«Στο δρόμο για τη Δ’ Ελληνική Δημοκρατία – Η Ελλάδα που παράγει», είναι ο τίτλος του κειμένου θέσεων για τη διαχείριση της κρίσης και την Ελλάδα του 2020 που παρουσίασε σήμερα η υπ. Παιδείας Αννα Διαμαντοπούλου, θέλοντας με τη παρέμβασή της αυτή να συμβολίσει το ξεκίνημα μιας νέας εποχής, μετά τη δημοσιονομική κατάρρευση και την πολιτική κρίση, μιας εποχής που θα ανοίξει δρόμους για τη δημιουργία μιας ισχυρής και δίκαιης Ελλάδας, με τη συσπείρωση όλων των δυνάμεων του έθνους.
Η Άννα Διαμαντοπούλου, παρουσίασε και συζήτησε τις θέσεις της, με νέους ανθρώπους, μέλη πολιτικών κινήσεων, που με παρεμβάσεις τους, κείμενα και προτάσεις έχουν εκφράσει την ανάγκη για προοδευτικές και ρεαλιστικές μεταρρυθμίσεις σε όλα τα επίπεδα.
Διαβάστε εδώ ολόκληρο το Κείμενο θέσεων:
“Γιατί παρεμβαίνω
Η κρίση δημιουργεί έκτακτες συνθήκες παντού.
Στη διεθνή διαπραγμάτευση, στην επικρεμάμενη απειλή της χρεοκοπίας, στη λειτουργία της Βουλής, στη καθημερινή διακυβέρνηση των υπουργείων, σε όλα επικρατούν έκτακτες συνθήκες.
Το ίδιο συμβαίνει και στη λειτουργία των κομμάτων.
Το ΠΑΣΟΚ προχωρά σε αλλαγή ηγεσίας ζώντας την κρίση της χώρας αλλά και του δικού του ζωτικού πολιτικού χώρου.
Προχωρά στη κορυφαία διαδικασία ανάδειξης νέου αρχηγού με χαρακτηριστικά «κατεπείγοντος» χωρίς ουσιαστική συζήτηση, όταν μάλιστα έρχονται εκλογές.
Η αλλαγή σελίδας απαιτεί επαναπροσδιορισμό του πολιτικού στίγματος και νέο προγραμματικό λόγο.
Ζούμε όλοι, όσοι συμμετέχουμε στο πολιτικό σύστημα της χώρας, με δραματικό τρόπο την απαξίωση συλλήβδην και με σχεδόν φασιστικό τρόπο, της έννοιας του πολιτικού και της πολιτικής.
Έχω εμπειρία 10 χρόνων ως Βουλευτής εκλεγμένη σε δύο περιφέρειες της χώρας στη διάρκεια των οποίων υπηρέτησα δύο χρόνια ως Υφυπουργός Ανάπτυξης και δυόμιση χρόνια υπηρετώ ως Υπουργός Παιδείας.
Για μια πενταετία είχα την τιμή και την τύχη να υπηρετήσω ως Επίτροπος της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Αγαπώ τη χώρα μου με πάθος όπως όλοι οι Έλληνες και πάλεψα για να ανταποκριθώ στις ανάγκες κάθε εποχής.
Σήμερα βλέπω όπως όλοι, την κατάρρευση 38 χρόνων μεταπολίτευσης.
Αισθάνομαι βαριά την ευθύνη για ό,τι δεν έκανα και σε ό,τι δεν αντέδρασα.
Αρνούμαι όμως την ισοπεδωτική κριτική, τη δίκη προθέσεων και τη συνειδητή αγνόηση κάθε προσπάθειας και επιτεύγματος.
Κάνοντας μια μικρή διαδρομή ανασύρω προσπάθειες με άποψη και πείσμα και τις συγκρούσεις που προκάλεσαν:
• Η αξιοποίηση ορυχείου χρυσού στη Βόρεια Ελλάδα, 1997
Θυμάμαι 2.000 ανθρώπους σε οργίλη κατάσταση που δεν ήθελαν να ακούσουν τίποτα παρά τις διαβεβαιώσεις για την περιβαλλοντική ασφάλεια. Η επένδυση τελικά έγινε, πέρασε όμως από χίλια κύματα και καθυστέρησε για πολλά χρόνια. Κλασική και γνωστή εικόνα σε κάθε απόπειρα αξιοποίησης του ορυκτού πλούτου.
• Ιδιωτικοποιήσεις, 1998
Ξεκίνησα ως Υφυπουργός από το κλείσιμο μιας εξαιρετικά μεγάλης κρατικής ζημιογόνου και ρυπογόνου βιομηχανίας στη περιφέρεια εκλογής μου. Υπήρχαν σημαντικές ρυθμίσεις για την προστασία των εργαζομένων και το αυτονόητο οικονομικό και περιβαλλοντολογικό όφελος. Όμως δεν υπήρξε καμία συμμαχία.
* Ασφαλιστικό
Ήρθα τότε από τις Βρυξέλλες για να υποστηρίξω τη μεταρρύθμιση Γιαννίτση, Δέχθηκα έως και πέτρες στο αυτοκίνητο από μεγάλη συγκέντρωση διαδηλωτών!
• Εργασιακές σχέσεις
Το 2002 επέμενα στην ανάγκη αλλαγών των εργασιακών σχέσεων ώστε ο συνδυασμός ευελιξίας και ασφάλειας να κάνει ευκολότερη την κινητικότητα των εργαζομένων, τη λειτουργία των επιχειρήσεων και εν τέλει την διευκόλυνση δημιουργίας θέσεων εργασίας. Παράλληλα με την εξασφάλιση δικτύου προστασίας. Όλα αυτά ονομάστηκαν συντηρητικά, αντεργατικά από όλη αυτή την ανέξοδη αριστερή ρητορεία.
• Συγχωνεύσεις σχολείων
Η συγχώνευση 2.000 σχολείων ήταν μία μείζων επιλογή με παιδαγωγικά κριτήρια που παράλληλα έδωσε δυνατότητες αντιμετώπισης της κρίσης χωρίς κενά στα σχολεία, ενώ ένα χρόνο μετά γονείς και εκπαιδευτικοί είναι ευχαριστημένοι. Τέσσερις μήνες μαύρες σημαίες σε δημαρχεία, στο Υπουργείο, έξω από το σπίτι μου.
• Μεταρρύθμιση ΑΕΙ
Η μεγάλη μεταρρύθμιση στα Πανεπιστήμια που ψηφίστηκε από τα 4/5 της Βουλής και με την αποδοχή του 80% των Ελλήνων πολιτών συναντά τη λυσσαλέα αντίδραση ομάδων της Ακαδημαϊκής Κοινότητας που θεωρούν κεκτημένο δικαίωμα τη μη εφαρμογή του νόμου του Ελληνικού Κοινοβουλίου.
Αντίστροφα, θα μπορούσα να θυμηθώ σημαντικές επιτυχίες λαμπρά δείγματα δημιουργικότητας, καινοτομίας, συνεργασίας. Το πιο πρόσφατο η δημιουργική ανταπόκριση των δασκάλων της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης στην υλοποίηση του Νέου Σχολείου και τη συμμετοχή στην επίτευξη του Ψηφιακού Σχολείου.
Aυτό που αισθάνομαι ως υποχρέωση μέσα από τις θετικές και αρνητικές εμπειρίες μιας σκληρής αλλά και δημιουργικής πολιτικής διαδρομής είναι η συνεισφορά μου με κάθε τρόπο στο να αντιμετωπισθεί η δύσκολη αυτή στιγμή.
Πρώτη μου έννοια είναι οι νέοι άνθρωποι. Το θέμα της δουλειάς, της ασφάλειας, της προοπτικής για τη ζωή τους και το μέλλον τους, έχοντας μεγάλο πρόβλημα εμπιστοσύνης και αξιοπιστίας προς το πολιτικό σύστημα αλλά και τις δομές της Χώρας.
Οι προηγούμενες γενιές πήραμε πολλά από αυτά τα παιδιά. Πρέπει επειγόντως να τα δώσουμε πίσω.
Ενόψει των εσωτερικών διαδικασιών του ΠΑΣΟΚ καταθέτω ένα κείμενο πρότασης «στον δρόμο για την Δ’ Ελληνική Δημοκρατία – Η Ελλάδα που παράγει».
Δεν φιλοδοξώ, ούτε συγκινούμαι με την έννοια της προσωπικής πλατφόρμας. Η πολιτική πλατφόρμα που καθορίζει την πορεία ενός κόμματος, πόσο μάλλον μιας Χώρας απαιτεί έμπνευση, συλλογικότητα, συμμετοχή και σύνθεση.
Συνεισφέρω λοιπόν με την ελπίδα ότι θα υπάρξουν όλα αυτά, μαζί με την αλληλεγγύη , τη συντροφικότητα που χάσαμε ταξιδεύοντας επί δεκαετίες στις μεγάλες λεωφόρους της εξουσίας.
ΣΤΟ ΔΡΟΜΟ ΓΙΑ ΤΗΝ Δ’ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
Η Ελλάδα που παράγει!
Η Γ’ Ελληνική Δημοκρατία – η λεγόμενη «Μεταπολίτευση» - φαίνεται να έχει κλείσει.
«Ο παλιός κόσμος πεθαίνει και ο νέος κόσμος πασχίζει να γεννηθεί - τώρα είναι η εποχή των τεράτων», έγραψε ο Αντόνιο Γκράμσι. Ανάμεσα σε αυτό που πεθαίνει και σε αυτό που πασχίζει να γεννηθεί σε παγκόσμιο και τοπικό επίπεδο η Ελλάδα αλλάζει. Η εποχή των τεράτων - ο ορισμός που ο Γκράμσι δίνει στον όρο "κρίση" - οριοθετείται ανάμεσα στο θάνατο του παλιού και στη γέννηση του καινούργιου. Είναι το λεγόμενο "κενό" - εξουσίας, σκοπού, νοήματος, οράματος. Όταν οι συμμετρίες καταρρέουν, κανείς δεν γνωρίζει εξ’ αρχής τις συντεταγμένες των δεδομένων που θα προκύψουν, ούτε καν οι αυριανοί τους πρωταγωνιστές.
Ένα νέο κεφάλαιο νομοτελειακά θα ανοίξει. Η Δ’ Ελληνική Δημοκρατία βρίσκεται προ των πυλών με αδιαμόρφωτα χαρακτηριστικά.
Καθήκον της πολιτικής τάξης είναι να σχεδιάσει και να εκτελέσει αυτή τη μετάβαση, με γνώμονα τις ερχόμενες γενιές και το εθνικό συμφέρον. Η μετάβαση αυτή απαιτεί να απαντήσουμε στο:
- πώς διαχειριζόμαστε την κρίση σήμερα,
- ποιό είναι το εθνικό σχέδιο «για την Ελλάδα του 2020»
Πώς διαχειριζόμαστε την κρίση σήμερα
Οι δεσμεύσεις της χώρας μέχρι το 2015 είναι σαφείς, λεπτομερείς σε κάθε τομέα με ποσοτικούς στόχους και χρονοδιαγράμματα.
Είναι υπαρκτές και ψηφισμένες και κανείς δεν μπορεί να προσποιείται ότι δεν τις ξέρει. Το να τιμήσουμε απόλυτα την υπογραφή μας και να τηρήσουμε τα συμφωνηθέντα αποτελεί συνθήκη επιβίωσης, αλλά και συνθήκη αξιοπρέπειας.
Όμως, το Μνημόνιο δεν είναι γραμμένο σε γρανίτη.
Σε ό,τι αφορά τα μέσα για την επίτευξη των στόχων – τα λεγόμενα δημοσιονομικά ισοδύναμα – αυτά πρέπει να εξετάζονται συνεχώς κάτω από τη συνεχή μεταβολή των οικονομικών παραμέτρων.
Η μείωση δαπανών με οριζόντιο τρόπο επηρέασε αρνητικά, τόσο την προσωπική ζωή των Ελλήνων όσο και την παροχή δημοσίων αγαθών.
Είναι αναγκαίο να παρουσιάζεται στη Βουλή η προσδοκώμενη επίδραση– ο «πολλαπλασιαστής» - στο ΑΕΠ, καθώς μειώνοντας τα κόστη συχνά μειώνονται και τα οφέλη μέσω της μειωμένης φορολογικής βάσης, της μειωμένης αγοραστικής κίνησης και των υψηλότερων ποσών προς στήριξη των ανέργων. Πρέπει να μελετήσουμε δαπάνη προς δαπάνη το ποιες δραστηριότητες μεγεθύνουν σημαντικά το ΑΕΠ, ποιες είναι υπαρξιακά αναγκαίες και ποιες είναι οι σχετικά περιττές. Πρέπει να εμβαθύνουμε αρκετά στην ποιότητά τους και να αρχίσουμε να ακολουθούμε επιλεκτικές και στοχευμένες παρεμβάσεις εξορθολογισμού των δαπανών. Κάθε μείωση δαπάνης και κάθε νέα πηγή εσόδου πρέπει να συνοδεύεται από τον πολλαπλασιαστή της στο ΑΕΠ.
Κανείς δεν έχει πλέον τη δικαιολογία του αιφνιδιασμού και του επείγοντος. Τώρα πια γνωρίζουμε, άρα χρειάζεται σχέδιο – δράση – αποτέλεσμα.
Γνωρίζουμε επίσης ότι σε αυτή τη χώρα δεν αρκεί η ψήφιση ενός νόμου για να κατοχυρωθεί η εφαρμογή του. Νοοτροπίες και συμπεριφορές δεκαετιών καθιστούν ένα μείζον στοίχημα για την Δ’ Ελληνική Δημοκρατία την τήρηση και εφαρμογή των νόμων σε όλους τους τομείς της δημόσιας ζωής. Για να μπορέσει η χώρα να πορευτεί με ασφάλεια στο μέλλον απαιτείται η ύπαρξη στιβαρής εκτελεστικής εξουσίας που ταυτίζει τη λειτουργία της Δημοκρατίας με την πιστή τήρηση των νόμων.
Σε αυτό το πλαίσιο, η κυβέρνηση η οποία θα προκύψει από τις ερχόμενες εκλογές, θα πρέπει κατά τη γνώμη μου να έχει μια σειρά από χαρακτηριστικά:
1) Να είναι σταθερή και ισχυρή.
2) Εφόσον η ψήφος του λαού οδηγήσει σε κυβέρνηση συνεργασίας, τότε τα κόμματα που την αποτελούν θα πρέπει να έχουν δεδομένο ευρωπαϊκό προσανατολισμό, διάθεση να τηρήσουν τα συμφωνηθέντα με τους εταίρους μας και μια αυτονόητη προσήλωση στο κοινοβουλευτικό πολίτευμα.
3) Στην προοπτική μιας προοδευτικής διακυβέρνησης η Αριστερά οφείλει να αναλάβει για πρώτη φορά τις ευθύνες της. Δεν προσβλέπω στα κόμματα τα οποία εκφράζουν το μπλοκ της δραχμής, όμως η Δημοκρατική Αριστερά οφείλει καθαρά και πριν τις εκλογές να πει αν θα συμμετέχει σε μια κυβέρνηση και υπό ποιές προϋποθέσεις, και να αγκαλιάσει τα «δύσκολα ναι» αντί των «εύκολων όχι».
4) Η κυβέρνηση πρέπει να βασίζεται σε μακρόπνοη συμφωνία προγραμματικού χαρακτήρα στην ενοποιητική βάση του ευρωπαϊκού προσανατολισμού, της δημοσιονομικής εξυγίανσης και της αναπτυξιακής προτεραιότητας.
5) Η κυβερνητική πλειοψηφία θα πρέπει να επιβάλει τον απολογισμό και έλεγχο των Υπουργών σε μηνιαία βάση από τις αρμόδιες Επιτροπές της Βουλής, γιατί χρειαζόμαστε επιτέλους λογική δέσμευσης σε στόχους, παρακολούθηση και λογοδοσία στο φυσικό χώρο της Δημοκρατίας, που είναι το Κοινοβούλιο.
Βρισκόμαστε στο τέλος της αρχής και όχι στην αρχή του τέλους. Αποτελεί επιτακτική ανάγκη να υπάρξει ουσιαστική ενημέρωση των πολιτών για το μνημόνιο, τη δανειακή σύμβαση και τη διαγραφή του χρέους, για τις τεράστιες δυσκολίες των επόμενων μηνών αλλά και για τα ουσιαστικά οφέλη των μεταρρυθμίσεων, πολλές των οποίων αποτελούν χρόνια αναγκαιότητα για να γίνει η Ελλάδα ευνομούμενη χώρα στην Ευρώπη. Ο ελληνικός λαός δικαιούται και επιβάλλεται να γνωρίζει πριν ψηφίσει. Είναι αυτονόητη η ευθύνη Βουλής, κυβέρνησης, κομμάτων, κοινωνικών εταίρων και διοίκησης στην επιτυχία του προγράμματος.
Οι άμεσες προτεραιότητες αυτής της περιόδου, στο πλαίσιο των παραπάνω, είναι:
• Μείωση τιμών: Οι μισθοί μειώνονται αλλά οι υποχρεώσεις των πολιτών παραμένουν σταθερές. Χρειαζόμαστε άμεσο επιχειρησιακό σχέδιο για το χτύπημα των καρτέλ και των μεσαζόντων, καθώς και για το πλήρες άνοιγμα των κλειστών επαγγελμάτων. Αυτές οι μεταρρυθμίσεις, αν εφαρμοστούν σωστά, θα μειώσουν σημαντικά τις τιμές σε καταναλωτικά αγαθά και υπηρεσίες και θα βοηθήσουν σημαντικά τον πολίτη. Η Επιτροπή Ανταγωνισμού πρέπει να ισχυροποιηθεί και το κράτος να συνεισφέρει στην άρση των προβλημάτων της εφοδιαστικής αλυσίδας στη μείωση των τιμών.
• Ρύθμιση ιδιωτικών δανείων: Κατά κανόνα, ένα δάνειο δεν είναι δυνατό να αντιπροσωπεύει άνω του 40% του μηνιαίου εισοδήματος του πολίτη. Ωστόσο, υπάρχουν σήμερα πολίτες οι οποίοι λαμβάνουν πενιχρούς ή ακόμη και αρνητικούς μισθούς, λόγω των δεδομένων περικοπών, σε συνάρτηση με δάνεια πρώτης κατοικίας. Οφείλουμε να τους βοηθήσουμε. Χρειάζεται προγραμματική συμφωνία με τις τράπεζες επί της δανειακής σύμβασης, ώστε η νέα χρηματοδότηση να έχει άμεσες επιπτώσεις στη ρευστότητα, αλλά και στη ρύθμιση των δανείων εκατομμυρίων πολιτών με βάση τη θεμελιώδη αρχή ότι το κοινωνικό αδιέξοδο οδηγεί σε οικονομική κατάρρευση.
• Φορολογικό σύστημα: Έχει ήδη καθυστερήσει η ψήφιση ενός απλού και δίκαιου φορολογικού συστήματος, με ευρεία συναίνεση ως προϋπόθεση σταθερότητας και συνέχειας του. Οι περίπλοκες διατάξεις εξυπηρετούν μόνο τους επιτήδειους και αυτούς που φοροδιαφεύγουν μέσω των δικαστηρίων. Το 2012 πρέπει να είναι η χρονιά ενός τέτοιου φορολογικού συστήματος και των μηχανισμών που θα το υπηρετούν. Δεν μπορεί να είναι μια ακόμη χρονιά ασάφειας και αιφνιδίων αλλαγών.
Εθνικό Σχέδιο Προτεραιοτήτων «για την Ελλάδα του 2020»
Η χώρα βρίσκεται σε αχαρτογράφητα νερά, αλλά σε μια συγκυρία που οι χάρτες επανασχεδιάζονται από το μηδέν. Τα καύσιμα της δημιουργίας είναι η Προοπτική, η Έμπνευση και η Ελπίδα. Τίποτε από αυτά δεν υπάρχει σήμερα. Και αυτή είναι η ευθύνη μας.
Υπάρχει, όμως, η αναγκαιότητα οριζόντιας αλλαγής φιλοσοφίας, πολιτικής και πράξης σε τρία θέματα: Εμπιστοσύνη, Παιδεία, Ηλεκτρονική Διακυβέρνηση.
Η έλλειψη εμπιστοσύνης είναι ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα στη χώρα. Τροφοδοτεί την πολυνομία με λεπτομερέστατους νόμους, πολλαπλά επίπεδα ελέγχων και τελικά παράγει γραφειοκρατία και διαφθορά. Χρειαζόμαστε αλλαγή φιλοσοφίας και υποδείγματος. «Το κράτος θεωρεί τον πολίτη αθώο και όχι ένοχο μέχρι αποδείξεως του εναντίου». Οι πολιτικές σε επιμέρους τομείς όπως η φορολογία, η δικαιοσύνη, η επιχειρηματικότητα, η συναλλαγή με το δημόσιο θα πρέπει από τη λεπτομερή νομοθέτηση και τα πολλά σώματα ελέγχου να περάσουν στην εμπιστοσύνη της υπογραφής του πολίτη και στους δειγματοληπτικούς ελέγχους που οδηγούν σε παραδειγματική τιμωρία των καταχραστών της εμπιστοσύνης του κράτους. Το κράτος εμπιστεύεται την υπογραφή του πολίτη σε όλους τους τομείς. Αν ο πολίτης δεν τιμήσει την υπογραφή του η τιμωρία θα είναι παραδειγματική.
Αντίστοιχη αλλαγή υποδείγματος απαιτείται στην Παιδεία. Τα δυόμιση τελευταία χρόνια έχουν γίνει και έχουν δρομολογηθεί ριζικές αλλαγές στο εκπαιδευτικό μας σύστημα, σε όλες τις βαθμίδες του. Ριζικές είναι οι αλλαγές και στα θέματα που αφορούν τους λειτουργούς της εκπαίδευσης με θέσπιση αξιοκρατικών και αντικειμενικών διαδικασιών. Αλλαγές επίσης στην έρευνα και τη διά βίου μάθηση.
Αλλαγές που θεσμικά υπερκαλύπτουν τις προγραμματικές δηλώσεις, στα μέσα της θητείας. Μαζί με τις αλλαγές προφανώς υπήρξαν και λάθη και αστοχίες, που επανεξετάζονται. Γιατί πεποίθησή μου είναι ότι η Παιδεία είναι προϋπόθεση για την ανάδειξη των πλεονεκτημάτων του λαού μας και για την αντιμετώπιση πάγιων μειονεκτημάτων. Είναι το εκπαιδευτικό σύστημα που μπορεί να αναδείξει και πρέπει να απελευθερώσει εγκλωβισμένες δυνάμεις. Οι αλλαγές στην Παιδεία είναι ιστορικά και σε όλες τις χώρες οι πιο δύσκολες, οι πιο σημαντικές και οι πιο χρονοβόρες. Οι μεταρρυθμίσεις που έχουν δρομολογηθεί σε όλες τις βαθμίδες θέλουν επιμονή στη συναίνεση, συνέχεια και χρόνο, για να δούμε απτά αποτελέσματα. Είναι κάτι που οφείλουμε στα παιδιά μας και την Χώρα.
Η Ελλάδα είναι ουραγός στην Ηλεκτρονική Διακυβέρνηση στην Ευρώπη των 27. Η ηλεκτρονική διακυβέρνηση είναι πλέον η προϋπόθεση για τη ριζική μεταρρύθμιση της διοίκησης και αφορά δημοκρατία, διαφάνεια, πάταξη της γραφειοκρατίας, ταχύτητα και πραγματική εξυπηρέτηση του πολίτη. Μετά από δυο δεκαετίες αποτυχημένων προσπαθειών, το τέλος του 2014 θα πρέπει να βρεί μια Ελλάδα, που το ψηφιακό σχολείο και το ψηφιακό πανεπιστήμιο, θα συμπληρώνονται με το ψηφιακό νοσοκομείο, εφορία, δικαστήριο, πολεοδομία, επιχειρήσεις, υπηρεσίες.
Πέραν όμως από τις παραπάνω τρεις, αναγκαίες οριζόντιες αλλαγές, η μετάβαση στην Δ’ Ελληνική Δημοκρατία βασίζεται σε τέσσερις πυλώνες: μια Ελλάδα με Ασφάλεια στην Ευρωπαϊκή Ένωση, με Παραγωγή, με Κοινωνική Δικαιοσύνη και Δημοκρατία:
1. Ασφάλεια στην Ευρωπαϊκή Ένωση
Η χώρα έχει ευρωπαϊκό προσανατολισμό και παραμένει στο Ευρώ. Αυτό έχει ως προϋπόθεση την πλήρη εφαρμογή του σχεδίου δημοσιονομικής εξυγίανσης και σταθερότητας.
Το μνημόνιο δεν είναι το σχέδιο για τη χώρα, αλλά είναι αναγκαίο συστατικό του σχεδιασμού. Χρειάζεται μεγάλη καθημερινή προσπάθεια στο εσωτερικό. Παράλληλα, προϋποθέτει την ενεργή συμμετοχή μας στην ευρωπαϊκή διαπραγμάτευση, κι αυτό σημαίνει την αρχιτεκτονική συμμαχιών που δεν μπορεί να είναι μόνο με τις χώρες του Νότου. Οι κατευθύνσεις που πρέπει να συνδιαμορφώσουμε είναι:
• Άμεση εκλογή Προέδρου της ΕΕ από τους πολίτες και νομιμοποίηση των δημοκρατικών θεσμών της Ευρώπης, για την αποτροπή μονοκρατορικών αντιλήψεων.
• Ολοκλήρωση της πολιτικής ενοποίησης της Ευρώπης.
• Νέος ρόλος για την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, η οποία πρέπει να διατηρήσει την αυτονομία της αλλά και να μπορεί να εκδώσει χρήμα.
• Δημιουργία ευρωπαϊκού οργανισμού αξιολόγησης της πιστοληπτικής ικανότητας.
• Επιβολή φόρου για τις οικονομικές συναλλαγές.
• Και εν τέλει στενή παρακολούθηση και παρέμβαση στις εξελίξεις που έρχονται ως μια υπεύθυνη και συνεπής χώρα – μέλος.
2. Παραγωγή και εργασία
Το κύριο πρόβλημα της Χώρας είναι η αποδιάρθρωση της παραγωγικής της δυνατότητας!
Η πυξίδα της ανάπτυξης αλλάζει πορεία. Ο δημόσιος τομέας δεν είναι ο εθνικός αυτοσκοπός. Οι νέοι άνθρωποι και ο εξωστρεφής ιδιωτικός τομέας είναι οι δυνάμεις της νέας εποχής. Η Ελλάδα εδώ και δεκαετίες έχει κάνει σημαντικές αλλά όχι επιτυχείς προσπάθειες σε τομείς με συγκριτικά πλεονεκτήματα όπως ο τουρισμός, η ενέργεια, η ναυτιλία. Δεν είναι οι μόνοι τομείς και είναι σαφές ότι λειτουργήσαμε κατά κανόνα με τρόπο επιφανειακό, χωρίς μακροχρόνιο σχεδιασμό και με περιορισμένα αποτελέσματα. Αλλαγή υποδείγματος και εδώ:
• Έξυπνη επιστροφή στην ύπαιθρο - στροφή στο τρίπτυχο «Γη, Γνώση, Τεχνολογία»: Νέοι, δημιουργικοί και με προσόντα άνθρωποι πρέπει με την προτροπή και καθοδήγηση του κράτους και του ιδιωτικού τομέα να επιστρέψουν στην ύπαιθρο. Το «έξυπνο χωριό» πρέπει να γίνει σύμβολο παραγωγής και συνώνυμο της ποιότητας ζωής. Τα μεγάλα αστικά κέντρα είναι αδύνατο πλέον να δημιουργήσουν τον απαιτούμενο πλούτο μόνο μέσα από μη εμπορεύσιμες υπηρεσίες, χωρίς παραγωγή.
• Μεγάλες επενδύσεις: Η προσέλκυση μεγάλων επενδύσεων και η δημιουργία χιλιάδων νέων θέσεων εργασίας απαιτούν κίνητρα. Πρέπει να στραφούμε σε χαμηλούς φορολογικούς συντελεστές π.χ. 10% για τις επενδύσεις υψηλού κόστος και σημαντικής έντασης εργασίας και την εφαρμογή επιχειρησιακού συμφώνου απασχόλησης για μία πενταετία.
• Αλλαγή επενδυτικού οικοσυστήματος στην καινοτομία: Αντίστοιχα πρέπει να αλλάξει ριζικά ο τρόπος επιδότησης των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων καινοτομίας. Οι νέοι άνθρωποι δεν πρέπει να συνεχίσουν να πνίγονται στη γραφειοκρατία και τους τόκους των δανείων. Το νέο μοντέλο ενίσχυσής τους πρέπει να βασίζεται σε εταιρίες επενδυτικών κεφαλαίων. Το ρίσκο της επένδυσης πρέπει να το παίρνουν πλέον ιδιωτικά κεφάλαια και επενδυτές, με ελεγχόμενη κρατική ενίσχυση, ενώ οι επιτυχείς επενδύσεις θα πρέπει να επιστρέφουν μέρος της επιδότησης στο κράτος.
• Αξιοποίηση φυσικών πόρων: Αν η εκμετάλλευση των φυσικών πόρων της χώρας είχε συντελεστεί με σχέδιο και ταχύτητα, πολλά από τα σημερινά δημοσιονομικά μέτρα θα ήταν περιττά. Δεν πρέπει να επιτρέψουμε να επαναληφθούν οι καθυστερήσεις και αναβολές δεκαετιών, όπου κάθε είδους ακραίες αντιδράσεις και πολιτικές αμφισημίες σταματούσαν την αναπτυξιακή εκμετάλλευση αναγκαίων για τη χώρα πόρων.
• Βιώσιμη ανάπτυξη και κατασκευές: Ανάπτυξη εξαγώγιμης τεχνογνωσίας σε τομείς όπως οι αστικές αναπλάσεις και η εξοικονόμηση ενέργειας σε κτήρια, με συμπράξεις δημοσίου και ιδιωτικού τομέα.
3. Κοινωνική Δικαιοσύνη
Η κρίση έχει αλλάξει τη ζωή των ανθρώπων και τη σύνθεση της ελληνικής κοινωνίας. Η μεγάλη και ευημερούσα μεσαία τάξη συρρικνώνεται απότομα, ενώ οι ομάδες αποκλεισμένων μεγαλώνουν καθημερινά. Ο πολιτικός σχεδιασμός διαφέρει πολύ από αυτόν του παρελθόντος. Η Πολιτεία οφείλει να προσφέρει ίσες ευκαιρίες και δυνατότητες σε όλους και να εστιάζει την παρέμβασή της πρώτα στους μη προνομιούχους, ώστε να δοθεί η δυνατότητα ένταξης, και μετά στις υπόλοιπες ομάδες του πληθυσμού. Οι οικονομικοί πόροι είναι περιορισμένοι και σε αυτή τη μεταβατική φάση θα πρέπει να αξιοποιηθούν με τρόπο που δεν θα καταστραφούν ανθρώπινες ζωές.
Σε αυτό το πλαίσιο πρέπει να γίνει σαφές ότι τα δημόσια αγαθά δεν είναι δωρεάν – το κόστος τους το επωμίζεται το σύνολο της κοινωνίας. Τα δημόσια αγαθά δεν ανήκουν σε αυτούς που φέρουν την ευθύνη παραγωγής και διανομής τους, αλλά στο σύνολο του ελληνικού λαού. Τα δικαιώματα δεν υφίστανται εν κενώ – αλλά συνδέονται με υποχρεώσεις, που ο καθένας από εμάς φέρει ως πολίτης. Πολίτης που όμως ζει σε κλίμα ανασφάλειας και φόβου, με τη δαμόκλειο σπάθη της απόλυσης, της ανεργίας και της μείωσης του εισοδήματος και της σύνταξής του να επικρέμεται.
Πολιτικές για τη σφυρηλάτηση της κοινωνικής συνοχής είναι πιο αναγκαίες από ποτέ:
• Από επίδομα ανεργίας σε επίδομα εργασίας: Κίνητρα για συμμετοχή των ανέργων σε δραστηριότητες κοινωνικής προσφοράς, με στόχο την προσφορά τους στην κοινωνία και τη μη αποκοπή τους από τον παραγωγικό ιστό.
• Ασφαλιστικό με γνώμονα τη νέα γενιά: Ένωση ταμείων (ευγενών και μη) και άμεση ένταξη στο καθεστώς του νόμου όλων των κατηγοριών ασφαλισμένων, χωρίς καμία εξαίρεση, για να ολοκληρωθεί η ασφαλιστική μεταρρύθμιση. Η απόσυρση της μεταρρύθμισης Γιαννίτση δείχνει τη λογική «αμεριμνησίας και υποκρισίας» που επικράτησε απέναντι ακόμη και στα ίδια μας τα παιδιά. Αυτό δεν πρέπει να επαναληφθεί. Ο ανορθολογισμός και η πελατειακή λειτουργία στο ασφαλιστικό σύστημα είναι από τα μεγαλύτερα εγκλήματα εναντίον της χώρας, το οποίο τινάζει στον αέρα τον προϋπολογισμό δημιουργώντας τεράστιο χάσμα ανάμεσα στις γενιές. Θεωρώ κατάλοιπο της προηγούμενης περιόδου τη νέα επέμβαση στις κύριες συντάξεις για να ικανοποιηθούν κομματικές δεσμεύσεις ως προς τις επικουρικές.
• Δημιουργία «Κοινωνικής Τράπεζας»: Οι σημερινές δομές Πρόνοιας και Αλληλεγγύης δεν είναι αρκετές. Χρειάζονται δίκτυα κοινωνικής υποστήριξης με συνεργασία του δημόσιου τομέα, της κοινωνίας των πολιτών αλλά και των δικτύων κοινωνικής εταιρικής ευθύνης. Η δημιουργία «Κοινωνικής Τράπεζας» - δομών, πόρων και ανθρώπων και όχι μόνο οικονομικής βοήθειας αλλά και εθελοντικής προσφοράς – η οποία θα συγκεντρώσει όλα τα επιμέρους ποσά που το κράτος διαθέτει για επιδοτήσεις Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων - μπορεί να είναι μια πειστική απάντηση στα τεράστια ανθρώπινα και κοινωνικά προβλήματα που παράγει η κρίση. Η ελπίδα, που διαφαίνεται σε κάθε γωνιά της Ελλάδας από τη συσπείρωση ατόμων και ομάδων για προσφορά, πρέπει να πάρει χαρακτηριστικά οργάνωσης και πολλαπλασιασμού του αποτελέσματος.
• Αντιμετώπιση της παράνομης μετανάστευσης: Το τεράστιο πρόβλημα της παράνομης μετανάστευσης δημιουργεί ανθρώπινα ράκη, συσσώρευση με άθλιους όρους ανθρώπων και ανατροπή της καθημερινότητας περιοχών όπως το κέντρο της Αθήνας. Χρειάζονται ριζικές επιλογές όπως υποχρεωτική μεταφορά των παράνομων μεταναστών σε κέντρα φιλοξενίας και στις 13 Περιφέρειες της χώρας, με στόχο την απέλασή τους και, όπου δεν είναι αυτή δυνατή, επίλυση του ζητήματος με την ΕΕ και αλλαγή των συμφωνιών.
4. Δημοκρατία- Θεσμοί
Το πρόβλημα της Ελλάδας είναι τόσο οικονομικό όσο θεσμικό και πολιτικό. Οι καταλυτικές θεσμικές πρωτοβουλίες που χρειαζόμαστε για να οδηγηθούμε στην Δ’ Ελληνική Δημοκρατία περιλαμβάνουν σειρά ενεργειών που πρέπει άμεσα να γίνουν:
• Συνταγματική Μεταρρύθμιση: Η αναθεώρηση του Συντάγματος, όχι ως άλλοθι, αλλά με στόχο την αλλαγή θεσμικού και πολιτικού υποδείγματος είναι αναγκαία. Χρειαζόμαστε ένα Κοινοβουλευτικό Πολίτευμα με στροφή από το πρωθυπουργοκεντρικό μοντέλο σε ένα σύστημα με δημοκρατικά αντίβαρα και λογοδοσία, ένα Σύνταγμα που δεν θα κατοχυρώνει τα συμφέροντα συντεχνιών και ομάδων πίεσης. Νέο και σταθερό εκλογικό σύστημα με ολιγοεδρικές περιφέρειες και συνδυασμό λίστας και σταυρού προτίμησης.
• Επανεξέταση Προνομίων και Ευθυνών των Βουλευτών: Χρειαζόμαστε μια νέα «συμφωνία» για το πλαίσιο υποστήριξης του έργου του Βουλευτή. Αυτά τα οποία κρίνονται ως προνόμια των Βουλευτών να καταργηθούν – με πρώτη την κατάργηση της βουλευτικής σύνταξης ως πρόσθετης σε όσους Βουλευτές έχουν ήδη εξασφαλίσει άλλη. Το σημαντικό είναι να δώσουμε στον Έλληνα Βουλευτή όλα τα εργαλεία που χρειάζεται, από επιστημονική βοήθεια, εμπειρογνωμοσύνη, ανεξαρτησία και ασφάλεια, για να ασκεί το καθήκον που έχει ως εκπρόσωπος του έθνους.
• Διαύγεια στα Κόμματα: Τα κόμματα εξουσίας στην Ελλάδα είναι υπερχρεωμένα. Και ενώ η κρατική επιχορήγηση των κομμάτων είναι αυτονόητος πυλώνας διαφύλαξης του δημοκρατικού συστήματος, πρέπει να αντιστοιχηθεί η επιχορήγηση τους με την κατάσταση στη χώρα, και να διασφαλισθεί καθεστώς απόλυτης διαφάνειας. Όπως το πρόγραμμα «Διαύγεια» εφαρμόζεται για το ελληνικό κράτος και τους φορείς του, θα πρέπει να εφαρμόζεται και στα έσοδα και τις δαπάνες των κομμάτων. Δεν είναι δυνατό το πολιτικό σύστημα να ζητά να διαχειριστεί την οικονομική τύχη του ελληνικού λαού, όταν δεν έχει ρυθμίσει με επάρκεια τα του οίκου του. Δεν πρέπει να υπάρχει καμία όσμωση σε διοικητικό προσωπικό των κομμάτων με τη διοίκηση και να αποσπώνται δημόσιοι υπάλληλοι στα πολιτικά κόμματα.
• Από τη Συντεχνία στο Συνδικαλισμό: Οι καταλυτικές αλλαγές στις εργασιακές σχέσεις αλλάζουν εκ των πραγμάτων τη δομή και τη λειτουργία του συνδικαλιστικού κινήματος. Είναι, όμως, πλέον ανάγκη και σε αυτό τον πυλώνα της Δημοκρατίας να υπάρξει ριζική αλλαγή αντίληψης και λειτουργίας, ώστε από τις αρνητικές για την κοινωνία συμπεριφορές να μεταβούμε στις υγιείς δυνάμεις των εκπροσώπων της εργασίας στον ιδιωτικό και δημόσιο τομέα. Η διαφάνεια εσόδων και εξόδων πρέπει να αφορά και τις συνδικαλιστικές οργανώσεις – ενώ τα ειδικά προνόμια εξέλιξης, αδειών και αποζημιώσεων των συνδικαλιστικών ηγεσιών στο ελληνικό δημόσιο θα πρέπει να καταργηθούν. Η επιλογή του συνδικαλίζεσθαι δεν θα πρέπει να συναρτάται με επιπρόσθετα προνόμια – παρά μόνο με εργαλεία τα οποία θα ενισχύουν τον ουσιαστικό ρόλο του συνδικαλιστή. Ριζική αλλαγή προς όφελος των εργαζομένων σημαίνει ανάληψη ευθύνης, δηλαδή διαπραγμάτευση που οδηγεί σε αποτέλεσμα.
• Αξιολόγηση τώρα, αξιολόγηση παντού: Στο δημόσιο τομέα το μεγάλο στοίχημα και ο μόνος τόπος επανίδρυσης είναι η αξιολόγηση μονάδων και ατόμων από εξωτερικούς φορείς. Όσες μονάδες δεν υπηρετούν το δημόσιο συμφέρον με έργο αντίστοιχο των δημόσιων δαπανών θα πρέπει να κλείσουν. Όσα άτομα έχουν τα προσόντα, τις ικανότητες και τη διάθεση θα πρέπει να υποστηριχθούν σε ένα διοικητικό περιβάλλον με αξιοκρατία και στόχους. Ενώ δεν μπορεί να παραμείνουν όσοι δεν έχουν διάθεση και ικανότητα προσφοράς.
• Μείωση Γραφειοκρατίας: Η καταπολέμηση της γραφειοκρατίας απαιτεί βούληση και στοχοθέτηση. Τα διοικητικά βάρη – η γραφειοκρατία, με άλλα λόγια - “κοστίζουν” στην Ελλάδα 6.8% του ΑΕΠ σε αριθμούς του 2007. Είμαστε οι απόλυτοι ουραγοί στους 27 της Ε.Ε. – ενώ ο κοινοτικός μέσος όρος είναι στο 3.5%. Αυτό δεν είναι δυνατό να συνεχίζεται. Άλλοι τα κατάφεραν – και πρέπει να μιμηθούμε το παράδειγμά τους. Η βρετανική κυβέρνηση ξεκίνησε το 2005 αντίστοιχο πρόγραμμα μείωσης των διοικητικών βαρών, το οποίο μέχρι το φθινόπωρο του 2010 είχε εξοικονομήσει περίπου 2,6 δισ. λίρες. Η ολλανδική κυβέρνηση ξεκίνησε το 2003 να μετράει τα διοικητικά βάρη που απορρέουν από τη νομοθεσία για τις επιχειρήσεις και μέχρι το 2007 είχε καταφέρει να πιάσει το στόχο εξοικονομώντας περίπου 4,1 δισ. ευρώ από το έμμεσο κόστος συμμόρφωσης των επιχειρήσεων με τη νομοθεσία και αύξησε την παραγωγικότητα στο δημόσιο τομέα κατά 1,7%. Πρέπει και εμείς να θέσουμε στόχους.
• «Γκιλοτίνα» στην Πολυνομία: Μια ριζοσπαστική πρακτική που μπορούμε και πρέπει να υιοθετήσουμε είναι η λεγόμενη ρυθμιστική γκιλοτίνα, βάσει της οποίας θεσπίζεται μια νομοθετική πράξη που δίνει την εξουσιοδότηση στην κυβέρνηση, μέσα σε ένα με ενάμιση χρόνο να αναθεωρήσει και καταργήσει κάθε παρωχημένη νομοθεσία ή να απλουστεύσει τη νομοθεσία που παραμένει. Αυτή την πρακτική έχουν ακολουθήσει πολλές αναπτυγμένες και αναπτυσσόμενες χώρες. Για παράδειγμα η Κορέα, μια από τις πιο δυνατές οικονομίες του πλανήτη, κατήργησε το 50% της νομοθεσίας της και απλούστευσε το 22% αυτής. Αυτές οι ενέργειες είχαν σαν αποτέλεσμα τη δημιουργία 1 εκατ. νέων θέσεων εργασίας και την εισροή 36 δισ. δολαρίων σε ξένες επενδύσεις. Την ίδια μέθοδο έχουν ακολουθήσει η Ουκρανία, το Μεξικό, η Κροατία και άλλες χώρες.
• Χρονικοί και Ποσοτικοί Στόχοι στη Δικαιοσύνη: Η κατάσταση που επικρατεί με την υπερσυσσώρευση εκκρεμών υποθέσεων στην ελληνική δικαιοσύνη θυμίζει το πρόβλημα της ελληνικής οικονομίας με το έλλειμμα και το χρέος – ετήσια ελλείμματα τα οποία συσσωρεύονται χρόνο με το χρόνο και διογκώνουν το συνολικό χρέος και αποδυναμώνουν τις δυνατότητες της οικονομίας και της κοινωνίας. Αυτός ο φαύλος κύκλος πρέπει να σπάσει. Η εφαρμογή του νέου θεσμικού πλαισίου για τη γρήγορη απονομή δικαιοσύνης θα μπορέσει να δώσει απάντηση, εφόσον συνοδευτεί γρήγορα από την υλική και τεχνική υποστήριξη των δικαστών και των δικαστηρίων και την πλήρη εισαγωγή της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης στην ελληνική δικαιοσύνη. Επειδή η απονομή δικαιοσύνης αποτελεί πιθανόν το βασικό αναπτυξιακό πυλώνα μιας χώρας – την «καρδιά» των κρατικών θεσμών – η μεταρρύθμιση που προωθείται από το Υπουργείο Δικαιοσύνης θα υποστηρίξει βάσιμα την υλοποίηση συγκεκριμένων χρονικών και ποσοτικών στόχων για τη βελτίωση των σημερινών καθυστερήσεων.
• Καταπολέμηση της Φοροδιαφυγής: Χρειαζόμαστε μια ισχυρή οικονομική αστυνομία. Αυτό σημαίνει διάλυση των σημερινών διάσπαρτων υπηρεσιών με παρεμφερείς αρμοδιότητες και καθήκοντα και η ενοποίηση σε ένα σώμα με ανεξάρτητη ηγεσία, με ειδικές εξουσίες που θα λογοδοτεί στην Βουλή. Στο θέμα της καταβολής των φόρων, είμαστε, μαζί με τη Βουλγαρία και τη Ρουμανία, ουραγοί στην Ε.Ε. με τη φοροδιαφυγή να κινείται στα επίπεδα του 30-35%. Το οικονομικό έγκλημα πρέπει να παταχθεί με κάθε κόστος και αυτό δεν πρόκειται να γίνει μόνο με ευχές αλλά με κάθετες παρεμβάσεις.
Στο κτήριο της Παλιάς Βουλής δεσπόζουν ακριβώς έξω τα αγάλματα των δυο πρωταγωνιστών της, του Τρικούπη και του Δηλιγιάννη. Στις δυο πλευρές του κτηρίου, τα αγάλματα αυτά είναι τοποθετημένα ώστε να κοιτάζουν στις ακριβώς αντίθετες κατευθύνσεις, συμβολίζοντας έτσι πιθανά τις μεγάλες τους αντιθέσεις, που σφυρηλάτησαν τη σύγχρονη ελληνική ιστορία.
Λέει ο ιστορικός ότι «όποιος δεν θυμάται την ιστορία είναι καταδικασμένος να την ξαναζήσει». Η ιστορία των ημερών μας δεν μπορεί και δεν πρέπει να γραφτεί μέσα από αντίστοιχες αντιθέσεις – διότι τότε θα είναι μια ιστορία παρακμής και κατάρρευσης. Η ανόρθωση, η επανεκκίνηση μπορεί να γίνει μόνο όταν όλοι θα κοιτάξουμε προς την ίδια κατεύθυνση – και θα αποφασίσουμε να βάλουμε τους εαυτούς μας σε δεύτερη μοίρα μπροστά στο κοινό μας καλό και σε αυτό των νέων ελλήνων και των μελλοντικών γενεών.
Η ευθύνη είναι πάνω μας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου