Κυριακή 24 Δεκεμβρίου 2017

Ευφράνθητε εορτάζοντες! Kαλά κι' Ευλογημένα Χριστούγεννα!


ΚΑΛΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝNΑ!

«....Αδέλφια μου. Φυλάξτε τα ελληνικά συνήθεια μας, γιορτάστε όπως γιορτάζανε οι πατεράδες σας, και μη ξεγελιώσαστε με τα ξένα κι’ άνοστα πυροτεχνήματα. Οι δικές μας οι γιορτές αδελφώνουν τους ανθρώπους, τους ενώνει η αγάπη του Χριστού. Μην κάνετε επιδείξεις. «Ευφράνθητε εορτάζοντες». Ακούστε τι λένε τα παιδάκια που λένε τα κάλαντα: «Και βάλετε τα ρούχα σας, εύμορφα ενδυθήτε, στην εκκλησίαν τρέξετε, με προθυμίαν μπήτε, ν’ ακούσετε με προσοχήν όλην την υμνωδίαν, και με πολλήν ευλάβειαν την θείαν λειτουργίαν. Και πάλιν σαν γυρίσετε εις το αρχοντικόν σας, ευθύς τραπέζι στρώσετε, βάλτε το φαγητόν σας. Και τον σταυρόν σας κάνετε, γευθήτε, ευφρανθήτε. Δώστε και κανενός φτωχού όστις να υστερήται».

(Φώτη Κόντογλου, «Χριστού Γέννησις, Το Φοβερόν Μυστήριον», (επαν-) έκδοση Αρμός, Αθήνα, 2001)

ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ! 

Τετάρτη 20 Δεκεμβρίου 2017

Οι "Ποιητικές Στιγμές" του Λαρισαίου φιλολόγου Χρήστου Σχίζα. Παρουσίαση της συλλογής σε εκδήλωση στο Χατζηγιάννειο πνευματικό κέντρο.


Το  Πνευματικό Εργαστήρι  Εκπαιδευτικών  Ν. Λάρισας σε συνεργασία με το  Χατζηγιάννειο πνευματικό κέντρο διοργανώνει εκδήλωση στην οποία θα παρουσιαστεί η ποιητική συλλογή του φιλόλογου κ. Χρήστου Σχίζα με τίτλο "Ποιητικές Στιγμές".

Η εκδήλωση θα πραγματοποιηθεί την Πέμπτη 21 Δεκεμβρίου στις 7.30μ.μ. στο  Χατζηγιάννειο  πνευματικό κέντρο( Ρούσβελτ 59, Λάρισα). Την εκδήλωση θα προλογίσει ο Γιάννης  Ζαρογιάννης, δρ. φιλολογίας , πρόεδρος του Πνευματικού Εργαστηρίου Εκπαιδευτικών.

Τη συζήτηση θα συντονίσει η φιλόλογος Χριστίνα Κοσμoύογλου.

Για το βιβλίο θα μιλήσει η φιλόλογος  Κλαίρη  Βαλσαμοπούλου.

Ποιήματα από τη συλλογή θα απαγγείλουν οι εκπαιδευτικοί: Βασιλική  Μάνδαλου, φιλόλογος- λογοτέχνης, Πατσιατζή  Δέσποινα, θεολόγος, Ελένη Διβάνη,φιλόλογος–θεολόγος, Τζούλια Μπέρτολη καθηγήτρια Μουσικής, Βαλεντίνα Μότσια,φιλόλογος.

Τρίτη 19 Δεκεμβρίου 2017

Βιβλιοκρισία Γ. Κ. ΙΑΤΡΟΥ για το βιβλίο του: Χαραλάμπους Μ. Ανδρεοπούλου, "Η Εκκλησία κατά τη δικτατορία 1967-1974. Ιστορική και νομοκανονική προσέγγιση", εκδ. Επίκεντρο, Θεσσαλονίκη 2017, σσ. 420.





 Του Γεωργίου Κ. Ιατρού*

Σύμφωνα με τον Πατριαρχικό και Συνοδικό Τόμο του 1850, με τον οποίο ανακηρύχθηκε το Αυτοκέφαλο της Εκκλησίας της Ελλάδος, η τελευταία θέλει διοικείται «κατά τους θείους και ιερούς κανόνας ελευθέρως και ακωλύτως από πάσης κοσμικής επεμβάσεως». Δύο μόλις χρόνια αργότερα, η Πολιτεία μονομερώς και «αγαλλομένω ποδί» θα σπεύσει να ανατρέψει την πρόνοια του Τόμου του 1850 οδηγώντας στην ποδηγέτηση της Εκκλησίας και την υποδούλωσή της στα εκάστοτε κελεύσματα της πολιτικής εξουσίας σε όλες τις μορφές της, δημοκρατικές και μη, μέχρι σήμερα.
Αν την εποχή αυτή, το Οικουμενικό Πατριαρχείο είχε απαιτήσει, λόγω της απροσχημάτιστης παραβίασης των νωπών τότε ακόμη όρων ανακήρυξης του Αυτοκεφάλου, από το ελληνικό κράτος το σεβασμό του Συνοδικού Τόμου ή είχε προχωρήσει στην ανάκλησή του, είναι βέβαιο ότι τα πράγματα θα ήταν πολύ διαφορετικά στις σχέσεις των τριών πλευρών, Ελληνικού Κράτους - Οικουμενικού Πατριαρχείου - Εκκλησίας της Ελλάδος, και ειδικώς η σχέση των δύο Εκκλησιών θα είχε τεθεί επί τέτοιων βάσεων που, και αν ακόμη δεν αποσοβούσε τους κλυδωνισμούς και τις εντάσεις, θα τους περιόριζε αισθητά.
Μέσα στο πέρασμα των χρόνων, αναμφισβήτητα μία από τις πλέον ταραχώδεις εποχές στις σχέσεις Εκκλησίας και Πολιτείας υπήρξε η περίοδος της επταετούς δικτατορίας των συνταγματαρχών (1967-1974), η οποία, πέραν των αναπάντητων ερωτημάτων που μέχρι σήμερα έχει αφήσει, κατέλιπε βαθύτατα τραύματα στο Σώμα της Εκκλησίας, που ευκαίρως ακαίρως αιμορραγούν και την ταλαιπωρούν ακόμα και μέχρι τις ημέρες μας.
Την περίοδο αυτή, της επταετίας (1967-1974) στο πεδίο των σχέσεων Εκκλησίας και Πολιτείας, έχει ως αντικείμενο η υπό τον τίτλο «Η Εκκλησία κατά τη δικτατορία 1967-1974. Ιστορική και νομοκανονική προσέγγιση» (εκδ. Επίκεντρο, 2017, σσ. 420) προκείμενη πραγματεία του Λαρισαίου θεολόγου εκπαιδευτικού κ. Χ. Ανδρεόπουλου, η οποία απετέλεσε, στην αρχική μορφή της, την εναίσιμη διδακτορική του διατριβή στο Τμήμα Θεολογίας του Α.Π.Θ. με επιβλέποντα καθηγητή τον Σεβ. Αρκαλοχωρίου, Καστελλίου και Βιάννου κ.  Ανδρέα Νανάκη.
Παρότι δε, έχουν γραφεί πολλά και από πολλούς για όψεις και ζητήματα της περιόδου αυτής, για πρώτη φορά όμως επιχειρείται η συνολική και συστηματική περιγραφή και αποτίμηση της περιόδου αυτής σε τόση έκταση και λεπτομέρεια (βλ. αναλυτικώς τον πρόλογο του Ομ. Καθηγητή της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Ι. Μ. Κονιδάρη, σ. 15-17).
          Σκοπός του συγγραφέα, (βλ. σ. 19) είναι η εξέταση, κατανόηση και ανάδειξη των αιτίων και των διαδικασιών, μέσω των οποίων η Εκκλησία της Ελλάδος επηρεάσθηκε, συμμετείχε, έδρασε και επέδρασε στις πολιτικές εξελίξεις υπό το κράτος της επτάχρονης δικτατορίας 1967-1974. Ιδίως δε στο ζήτημα της διαμορφώσεως των σχέσεων Εκκλησίας - Πολιτείας την ταραχώδη εκείνη περίοδο, κεντρική θέση κατέχουν ερωτήματα σχετικά με το «πώς;» και το «γιατί;» οι πολιτειοκρατικές επιδιώξεις της ηγεσίας της δικτατορίας βρήκαν ελεύθερο πεδίο δράσεως στον εκκλησιαστικό χώρο.
Το συγκεκριμένο έργο διαιρείται θεματικά σε τέσσερα (4) μέρη. Στο πρώτο μέρος (σ. 37-66) αναδεικνύονται όψεις των σχέσεων Κράτους και Εκκλησίας προ και κατά την περίοδο της επταετίας με ιδιαίτερη έμφαση στα γεγονότα της ταραχώδους εκκλησιαστικά δεκαετίας του 1960 καθώς και στον ρόλο που διαδραμάτισαν στην κυοφορούμενη αλλαγή οι θρησκευτικές οργανώσεις.
Στο δεύτερο μέρος (σ. 67-281), που είναι και το μεγαλύτερο του έργου, εξετάζονται διεξοδικώς οι πολιτειακές επεμβάσεις στη διοίκηση της Εκκλησίας τόσο σε διοικητικό όσο και σε κανονικό επίπεδο με την υποβάθμιση των ιερών κανόνων έναντι των κρατικών νόμων. Ταυτοχρόνως,  παρουσιάζεται ενδελεχώς το χρονικό της διάρρηξης των σχέσεων της Εκκλησίας της Ελλάδος με το Οικουμενικό Πατριαρχείο καθώς και τα γεγονότα που οδήγησαν στην παραίτηση του Αρχιεπισκόπου Αθηνών Ιερωνύμου Α΄ [Κοτσώνη].
Στο τρίτο μέρος (σ. 283-351) σκιαγραφείται η αναδιαρρύθμιση των εκκλησιαστικών πραγμάτων, στην οποία με ζήλο επιδόθηκε η δεύτερη φάση της Δικτατορίας υπό τον ταξίαρχο Δημ. Ιωαννίδη και οδήγησε στην εκλογή στον αρχιεπισκοπικό θρόνο των Αθηνών του από Ιωαννίνων Σεραφείμ [Τίκα], ο οποίος παρά τις φιλότιμες προσπάθειες θεραπείας των πληγών της προηγούμενης περιόδου, βαρύνεται με το ζήτημα των λεγόμενων «ιερωνυμικών» Ιεραρχών που ταλάνισε την Εκκλησία επί μακρόν, αφού συνεχίστηκε σχεδόν έως και τις ημέρες μας.
Στο τέταρτο και τελευταίο μέρος (σ. 353-377) αποκρυσταλλώνεται η εικόνα της Εκκλησίας κατά την μεταπολίτευση με κύρια επιτεύγματα της περιόδου αυτής την ψήφιση νέου Καταστατικού Χάρτη (Ν. 590/1977) και την αποκατάσταση των διαταραγμένων σχέσεων με το Οικουμενικό Πατριαρχείο μέσω της συνταγματικής και νομοθετικής προστασίας του Τόμου του 1850 και της Πράξεως του 1928. 
  Ακολουθεί ο συμπερασματικός επίλογος (σ. 379-384) του συγγραφέα, λεπτομερής παράθεση των πηγών και της βιβλιογραφίας (σ. 389-414) στις οποίες ανέτρεξε, ενώ το έργο κατακλείει ευρετήριο ονομάτων (σ. 415-418) και όρων (σ. 419-420). Από τον ανωτέρω επίλογο του συγγραφέα αξίζει ιδιαίτερης αναφοράς η επισήμανσή του (σ. 383) πως οι ενέργειες τόσο του Ιερώνυμου [Κοτσώνη] όσο και του Σεραφείμ [Τίκα] «…που είχαν την κάλυψη Αναγκαστικών Νόμων, Νομοθετικών Διαταγμάτων και Συντακτικών Πράξεων, υπήρξαν «νόμιμες», όχι, όμως, κανονικές, με αποτέλεσμα τον εκτροχιασμό της Εκκλησίας από την κανονικότητα και, σταδιακά, την πρόκληση και ανάπτυξη εσωτερικής έριδας που χώρισε την Ιεραρχία σε παρατάξεις, σε ομάδες, στους «δικούς μας» και στους «δικούς σας».
Συγκεφαλαιώνοντας, θα μπορούσε κανείς να υποστηρίξει πως η προκείμενη πραγματεία αποτελεί μία πρωτότυπη εργασία δεδομένου ότι δεν διστάζει να καταπιαστεί με ένα θέμα που πενήντα χρόνια μετά εξακολουθεί να αποτελεί «σημείον αντιλεγόμενον» και να παρουσιάζεται συνήθως μονομερώς και ανεπαρκώς  προκειμένου να εξωραϊστούν ή να καταδικαστούν πρόσωπα, καταστάσεις και ενέργειες της περιόδου αυτής.
Ο συγγραφέας με την εναργή και λεπτομερή από νομοκανονικής και θεολογικής πλευράς ανάπτυξη του υλικού του αφενός μεν δεν διεκδικεί δάφνες απόλυτης και αποκλειστικής αλήθειας, αφετέρου δε προσφέρει εφαλτήριο περαιτέρω αναζητήσεων για όποιον επιθυμεί να εμβαθύνει με μεθοδικότητα και επιστημονική συνέπεια, όπως και ο ίδιος πράττει, σε μία περίοδο της νεότερης εκκλησιαστικής και πολιτικής ιστορίας μας η οποία αφήνει, όσο μάλιστα παρέρχεται ο χρόνος, πολλά περιθώρια ακόμη για να αποκωδικοποιηθούν και να προβληθούν πτυχές της, που έως σήμερα παραμένουν ανέγγιχτες.
Στην κατεύθυνση αυτή είναι απολύτως εύστοχη η επισήμανση του καθηγητή κ. Ι. Μ. Κονιδάρη (όπ. π., σ. 16) πως «Η άρτια και λεπτολόγος συγκέντρωση του υλικού, η αναλυτική εκδίπλωσή του, η παρουσίαση όλων των έως σήμερα εξενεχθεισών απόψεων επιμέρους ζητημάτων και η κριτική θεώρησή τους, με οξυδέρκεια και ευθυκρισία, αποτελούν ένα εγχείρημα το οποίο απαιτεί μεγάλη επιμέλεια, άριστη γνώση του πλήθους των πηγών και της βιβλιογραφίας, εδραία επιστημονική κατάρτιση και αντικειμενική κρίση».

*  Ο κ. Γεώργιος Κ. Ιατρού, είναι δικηγόρος Πατρών, Δρ. Εκκλησιαστικού Δικαίου Ε.Κ.Π.Α. Το άρθρο του αυτό αναδημοσιεύεται από την επιστημονική Επιθεώρηση Εκκλησιαστικού και Κανονικού Δικαίου «Νομοκανονικά», τευχ. 2/2017, εκδ. Σάκκουλα, σσ. 201-204 και το θρησκευτικό ιστολόγιο των Πατρών  "Αναστάσιος" και την εφημερίδα "Ελευθερία" Λαρίσης




Δευτέρα 18 Δεκεμβρίου 2017

«Νομοκανονικά», Επιθεώρηση Εκκλησιαστικού και Κανονικού Δικαίου, τεύχος 2/2017

Με μελέτες και άρθρα επί ζητημάτων τα οποία αφορούν στις σχέσεις Κράτους και Εκκλησίας και αποτελούν, εν όψει της προαναγγελθείσης συνταγματικής αναθεωρήσεως, συμβολή στο επιστημονικό διάλογο αναφορικώς με τα θέματα τόσο της θέσεως του Οικουμενικού Πατριαρχείου στην εκκλησιαστική, την ελληνική και τη διεθνή έννομη τάξη, όσο και του υφισταμένου νομοθετικού καθεστώτος των σχέσεων της Εκκλησίας της Ελλάδος με το Κράτος και των βελτιώσεων που τούτο επιδέχεται, κυκλοφόρησε προσφάτως το νέο τεύχος (2/2017) των «Νομοκανονικών».


Πρόκειται για ένα τεύχος πανηγυρικό καθώς με αυτό συμπληρώνεται δεκαπενταετία από την έκδοση του εν λόγω επιστημονικού περιοδικού, του οποίου τα τριάντα πυκνογραφημένα τεύχη, πάνω από 6.000 σελίδες, περισσότερες από εκατόν πενήντα μελέτες, περισσότερες από τρείς εκατοντάδες αποφάσεις δικαστηρίων της Ελλάδος και της αλλοδαπής, από τις οποίες η μεγάλη πλειονότητα υπομνηματισμένες, αποτελούν την παραχθείσα πλούσια επιστημονική συγκομιδή.

* Αναλυτική παρουσίαση του νέου τεύχους στην "Πεμπτουσία"


Ανδρέα Αργυρόπουλου, "Ένας άγιος της άγονης γραμμής, Οσιομάρτυς Νεόφυτος ο Αμοργίνος", Πρόλογος Π. Υφαντής, εκδ. Αρμός, Αθήνα 2017. Παρουσίαση στη "Πεμπτουσία"


Του Δρος  Πέτρου Παναγιωτόπουλου *

Ανδρέας Αργυρόπουλος, Ένας άγιος της άγονης γραμμής, Οσιομάρτυς Νεόφυτος ο Αμοργίνος, Πρόλογος Π. Υφαντής, εκδ. Αρμός, Αθήνα 2017

Στο ιδιαίτερα πλούσιο Αγιολόγιο της Εκκλησίας μας συμπεριλαμβάνεται μία μεγάλη ποικιλία αγίων μορφών, που διακρίνονται για τους διαφορετικούς τόπους που γεννήθηκαν και έδρασαν, τους τρόπους που άσκησαν τη βιοτή τους, το επίγειο τέλος τους, το επάγγελμα που είχαν κ.ο.κ. Κάποιοι από αυτούς είναι ιδιαίτερα ονομαστοί, κάποιων το όνομα περιορίζεται σε στενά, τοπικά κυρίως, πλαίσια. Οι περισσότεροι κατατάχθηκαν στη χορεία των Αγίων κατά το παρελθόν, και η εποχή μας όμως δεν παύει να αναδεικνύει νέους «φίλους του Χριστού», όπως τους αποκαλεί ο ιερός Καβάσιλας, αλλά και να ανακαλύπτει παλαιότερους, η οποίοι λόγω συγκυριών είχαν περιέλθει στη λήθη και την άγνοια.
  
Μία από τις μορφές που έζησαν αιώνες πριν, αλλά αγιοκατατάχθηκαν πρόσφατα είναι ο οσιομάρτυρας Νεόφυτος από την Αμοργό. Ελάχιστα γνωρίζουμε για το πρόσωπό του. Γεννήθηκε στη γωνιά αυτή των Κυκλάδων περί τις αρχές του 16ου αι. Έγινε μοναχός και μετέβη στην Ιερά Μονή του Αγ. Ιωάννου του Θεολόγου στην Πάτμο (πιθανόν εξαιτίας πειρατικών επιδρομών), από την οποία απεστάλη σε Κάθισμα στο Μετόχι της στους Λειψούς. Στο νησί αυτό βρήκε μαρτυρικό θάνατο το 1528 από τους Τούρκους. Η μόνη γραπτή μαρτυρία που έχουμε σχετικά προέρχεται από χειρόγραφο («Βραβείον») της Μονής της Πάτμου.

Ο όσιος Νεόφυτος συγκαταλέχθηκε το 2003 στις τάξεις των αγίων μαζί με τους επίσης μαρτυρήσαντες από πειρατές στην ίδια νήσο οσίους: Ιωνά τον Λέριο (1561), Νεόφυτο Φαζό (1609), Ιωνά Γαρμπή από τη Νίσυρο (1635) και Παρθένιο από τη Φιλιππούπολη (1696). Όλοι τους τιμούνται την πρώτη Κυριακή μετά τη 10η Ιουλίου.

Ο γυμνασιάρχης θεολόγος κ. Ανδρέας Αργυρόπουλος, ο οποίος στο παρελθόν έχει διατελέσει Σχολικός Σύμβουλος Θεολόγων και Λυκειάρχης, κάτοχος 2 μεταπτυχιακών τίτλων, δόκιμος συγγραφέας πολλών βιβλίων και μάχιμος αγωνιστής του μάθηματος που διδάσκει αλλά και του ζωντανού λόγου της Εκκλησίας στα κοινωνικά δρώμενα, σε ειδική μελέτη του ανέδειξε πολύπλευρα το ιστορικό σκηνικό της εποχής και της περιοχής που έζησε ο Άγιος, αλλά και το εύρος της τιμής που του αποδίδεται σήμερα.

Συγκεκριμένα, παραθέτει την ιστορική διαδρομή των 3 νησιών με τα οποία συνδέθηκε ο Οσιομάρτυς Νεόφυτος: της γενέτειράς του Αμοργού, της Πάτμου, όπου βρισκόταν η μονή της μετανοίας του και των Λειψών, τόπου μαρτυρίου του. Περιγράφει το τραχύ περιβάλλον, στο οποίο ζούσαν οι νησιώτες της εποχής του, όντες στο έλεος της οθωμανικής αυθαιρεσίας και των ανηλεών πειρατικών επιδρομών. Καταγράφει τη σημασία των 2 μοναστικών καθιδρυμάτων σε κάθε περιοχή αντίστοιχα, της Μονής του Αγ. Ιωάννου στην Πάτμο και της Παναγίας της Χοζοβιώτισσας στην Αμοργό, αλλά και τη στενή σχέση που αναπτύχθηκε μεταξύ τους (ερμηνεύοντας έτσι και τη μετάβαση του οσ. Νεοφύτου από το ένα νησί στο άλλο), η οποία έφτασε σε κάποιο χρονικό διάστημα έως της «ανταλλαγής» ηγουμένων! Η έρευνα του φιλόπονου συγγραφέα φτάνει μέχρι τους Λειψούς, όπου επεξηγεί και τη σημασία που είχε η συγκεκριμένη νησίδα για τη Μονή της Πάτμου, καταθετοντας τα ιστορικά στοιχεία που τεκμηριώνουν την αξιοποίησή της από την τελευταία.

Επιπλέον ο κ. Αργυρόπουλος εντοπίζει τα γεγονότα της τελευταίας εικοσαετίας, στα οποία περιλαμβάνονται η τοπική τιμή των 5  μαρτύρων, η κινητοποίηση των τοπικών παραγόντων και φορέων ώστε να αγιοκακαταταχθούν, η αποδοχή του αιτήματος από την Ι. Σύνοδο του Οικουμενικού Πατριαρχείου και τα επίσημα εκκλησιαστικά κείμενα που την ακολούθησαν. Με τη μελέτη αυτή ακόμη, δημοσιοποιούνται οι ενέργειες της τοπικής Εκκλησίας στην Αμοργό για την απόδοση ιδιαίτερης τιμής στον συντοπίτη της Άγιο, με την ανέγερση Ι. Ναού, αγιογράφηση εικόνων και το λαμπρό κατ’ έτος εορτασμό της μνήμης του.

Όπως τονίζει ο Αν. Καθηγητής της Θεολογικής Σχολής του ΑΠΘ Παναγιώτης Υφαντής στον Πρόλογο του μελετήματος, «το πνευματικό αντίκρισμα των λιγότερο γνωστών αγίων παραμένει ολοζώντανο στη συλλογική μνήμη της τοπικής κοινότητας, στην οποία απόκειται το μοναδικό προνόμιο να αναγνωρίζει ως φίλους του Θεού εκείνα τα μέλη της που αντμετώπισαν πειρασμούς, διακόνησαν τους συνανθρώπους τους και αξιώθηκαν ενός οσιακού ή μαρτυρικού θανάτου….Οφείλουμε ευγνωμοσύνη στον Ανδρέα Αργυρόπουλο γιατί μας αποκαλύπτει τις πτυχές της λαϊκής ευσέβειας που εμπνέει η μακρινή αλλά ζωντανή παρουσία του Αγίου…Μας δείχνει ακόμα πώς ακόμα κι αν άνθισε στην “άγονη γραμμή”, η αγιότητα εξακολουθεί να παραμένει ευκαιρία αγαπητικής συνάντησης των ανθρώπων και συλλογικής δοξολογικής αναφοράς στο Θεό της αγάπης».

 Ουσιαστικά, δεν θα ήταν υπερβολή να πούμε ότι ο κ. Αργυρόπουλος με το έργο του αυτό αποτυπώνει στην ιστορική μνήμη του εκκλησιαστικού πληρώματος όλη τη διαδρομή της τοπικής αμοργινής κοινότητας από την απαρχή του εγκεντρισμού της στον καλλιέλαιο εκκλησιαστικό κορμό μέχρι τη συγκέντρωσή της γύρω από τη μνήμη του εκλεκτού της τέκνου. Φωτίζοντας δε τις επιμέρους πτυχές προσώπων και γεγονότων που συνδέονται με την οσία μορφή του Νεοφύτου του Αμοργίνου, δεν προσφέρει μόνο αγαθές υπηρεσίες στην εκκλησιαστική συνείδηση της αιγαιοπελαγίτικης αυτής γωνιάς, αλλά υπομιμνήσκει ταυτόχρονα τη σχέση κάθε πιστού χριστιανού με την κοινότητα όλων των αγίων, με την οποία συμπολιτεύεται και από την οποία φωτίζεται και εμπνέεται στην πορεία του προς τη Βασιλεία του Θεού.

Ο Δρ. Πέτρος Παναγιωτόπουλος είναι  Συντονιστής Περιεχομένου Ενότητας Επιστημών  στο διαδικτυακό περιοδικό "Πεμπτουσία" ,  απ ΄ όπου και αναδημοσιεύουμε το άρθρο.


Κυριακή 17 Δεκεμβρίου 2017

Τριτολογία για το μάθημα των Θρησκευτικών: άλλως, η νεοελληνική αφασία και το έλλειμμα θεολογίας



 
Tου Κώστα Νούση,
Φιλολόγου - Θεολόγου (M.Th)

Πολύ φοβάμαι ότι σχεδόν πάντοτε ένα πρόβλημα συνιστά αυτό ακριβώς που λέει η λέξη. Μια προβολή δηλαδή ενός ετέρου, βαθύτερου ζητήματος. Αυτός ο κανόνας φαίνεται να ισχύει και στην περίπτωση του πρόσφατου αλαλούμ για το μάθημα των θρησκευτικών. Αφορμή για την τριτολογία αποτέλεσε και πάλι η επικαιρότητα: ένα σχετικό συμβάν που μου γνωστοποιήθηκε και η επανάγνωση ενός βιβλίου (ο τρόμος του προσώπου και τα βάσανα του έρωτα, π. Νικολάου Λουδοβίκου, εκδ. Αρμός, 2009).
Έμαθα λοιπόν μια αστεία ιστορία, που μαρτυρεί το μέγεθος της νεοελληνικής αφασίας, εγγιζούσης τα όρια του τραγέλαφου. Σε δημοτικό σχολείο της περιοχής, η κυρά δασκάλα «τιμώρησε» γονείς και μαθητές, παιδάκια δηλαδή, που επέστρεψαν στο σχολείο ή αρνήθηκαν να παραλάβουν τα νέα εγχειρίδια των θρησκευτικών. Κάποιοι μάλιστα από τους γονείς, μέλη πιστά της Εκκλησίας, είναι και οι ίδιοι εκπαιδευτικοί. Από πού να αρχίσω, λοιπόν, και πού να σταματήσω; Από τη δασκαλίτσα; Από τους θρησκευομένους γονείς; Προκειμένου να αποφύγω κάθε αρνητικό σχολιασμό, θα αρκεστώ σε μια ερώτηση: διάβασε κανείς από όλους αυτούς ολόκληρα και σοβαρά τα νέα εγχειρίδια ή, μήπως, απλά ακροάστηκε τη «μαγική» φωνή του συρμού ή την ομώνυμη κάποιου πνευματικού πατρός (παραδοσιακού εννοείται!);
Το πρόβλημα, όπως ανέφερα εξαρχής, είναι καταρχήν πολύ βαθύτερο και δεν έχει σχέση με τα καημένα τα εγχειρίδια, τα οποία ούτως ή άλλως, μοναχά από την τιτλοφόρησή τους (φάκελος), δείχνουν πως πρόκειται για μεταβατικό στάδιο πριν από τη συγγραφή νέων και αρτιότερων βιβλίων ή και πριν από ένα οριστικό καταστάλαγμα της μακράς έως τούδε συζήτησης για την ταυτότητα και τον χαρακτήρα του μαθήματος των θρησκευτικών. Και ας μιλήσουμε έξω από τα δόντια: η αγραμματοσύνη μας (όσον αφορά την Παιδεία) και η εκκοσμίκευση και απορθοδοξοποίησή μας (όσον την Εκκλησία και την κοινωνία), αυτά είναι τα προβλήματά μας και τα άλλα όλα είναι διαμάχες περί όνου σκιάς.
Οι εκπαιδευτικοί στα σχολεία – μιλάω ως αυτόπτης και αυτήκοος – σνομπάρουν τα παιδιά για την αγραμματοσύνη τους, λησμονώντας ότι και οι ίδιοι φέρουν μερίδιο για τούτο το κατάντημα. Ο κλήρος είναι κατώτερος των περιστάσεων. Φιλαργυρία, εκκοσμίκευση, ερωτικά σκάνδαλα, επαγγελματισμός: με αυτά απομακρύνουν το εκκλησίασμα από την πίστη στον Χριστό και το παραδίδουν στις αιρέσεις και στην αθεΐα. Τα κατηχητικά υπολειτουργούν έως αφανίζονται. Ο φονταμενταλισμός και ο θεολογικός επαρχιωτισμός καλά κρατούν ακόμη (βλέπε π.χ. τη συμπόρευση της εκκλησιαστικής ηγεσίας με τις ευσεβιστικές παρεκκλησιαστικές οργανώσεις μετά και παρά τη θεολογική αφύπνιση από τη γενιά του ’60 και δώθε!). Η πολιτική ηγεσία του τόπου, εξάπαντος κατ’ εικόνα των κυβερνωμένων: αγνωστικιστές, εκκλησιομάχοι, διεφθαρμένοι (οι εξαιρέσεις απλά επιβεβαιώνουν τον δυσειδή κανόνα). Πώς με αυτά τα «γονικά» πρότυπα να διδαχθεί Χριστό και αρετή η νέα γενιά; Προτιμά να σκύβει πάνω από τις οθόνες των ταμπλετοκινητών και να ξεχνιέται στην περιρρέουσα ατμόσφαιρα της γενικότερης αφασίας…
Ποιο είναι το αλάτι να συγκρατήσει τη σήψη; Μα φυσικά η αγιότητα, η ορθόδοξη θεολογία και ιδιαίτατα ο συνδυασμός τους. Αυτό είναι η οντολογία της εκκλησιαστικής ζωής, που αναστέλλει και θεραπεύει τη δαιμονική και κοσμική σήψη. Ας περάσουμε όμως λίγο στις διαπιστώσεις του παπα Νικόλα από το προαναφερθέν βιβλίο: «έχω αναφερθεί επανειλημμένως στην τεράστια, σχεδόν παραδειγματική, κρίση θεωρίας που σοβεί στον νεοελληνικό στοχασμό εν γένει και ιδιαίτατα στον θεολογικό. Και τούτο διότι, πολύ περισσότερο απ’ τη φιλοσοφία, η θεολογία δεν παραχωρείται εύκολα στους λογής, ακαδημαϊκούς και μη, πολιορκητές της […] Και σαν να μην έφθαναν αυτά, οι θεολόγοι στην Ελλάδα είναι συχνά και άνθρωποι βαριά πληγωμένοι, πνευματικά και ψυχικά. Και δικαίως, μια και πολυάριθμες κακές θεολογίες ξεβράστηκαν στον τόπο, τσακίζοντας το εκκλησιαστικό κήρυγμα, τυφλώνοντας την ποιμαντική πράξη, γελοιοποιώντας, νομικιστικά ή ηθικιστικά, την (κακώς λεγόμενη) ‘πνευματική’ ζωή. Εκστατισμοί και καταποντισμοί του φυσικού, αθεολόγητες μέχρις αλλοφροσύνης υπακοολογίες που τσακίζουν χωρίς να παιδαγωγούν το θέλημα, εξωκοσμικοί, αλλοκοσμικοί, τριτοκοσμικοί…» (σ. 115-117).
Ποιος, λοιπόν, θα γράψει και ποιος θα διδάξει το ευαίσθητο μάθημα των ορθόδοξων θρησκευτικών στη χώρα μας; Ιδού η απορία και μάλλον η πεμπτουσία του προβλήματος. Δεν χρειάζεται να το μεταθέτουμε – με όρους ψυχολογίας μιλώντας – σε άψυχα αντικείμενα, όπως στην ουσία είναι τα εγχειρίδια. Το πρόβλημα εστιάζεται στο αλάτι που δυσκολεύεται πια να αλατισθεί (Ματθ. 5, 13). Και εδώ το θέμα δεν μπορεί παρά να μας ανησυχεί ιδιαίτερα…

Τετάρτη 13 Δεκεμβρίου 2017

Παρουσίαση του βιβλίου "Ένας άγιος της άγονης γραμμής. Οσιομάρτυς Νεόφυτος ο Αμοργίνος" (εκδ. Αρμός), το Σάββατο 16/12/2017 στη Θεσσαλονίκη



 
Οι εκδόσεις ΑΡΜΟΣ διοργανώνουν εκδήλωση παρουσίασης του νέου βιβλίου του θεολόγου καθηγητή Ανδρέα Αργυρόπουλου

Ένας άγιος της άγονης γραμμής

Οσιομάρτυς Νεόφυτος ο Αμοργίνος

το Σάββατο 16 Δεκεμβρίου και ώρα 19.00 στο βιβλιοπωλείο του Αρμού στη Θεσσαλονίκη (οδ. Πρασακάκη 5)

Για το βιβλίο θα μιλήσουν:

Παναγιώτης Υφαντής,  αν. καθηγητής Θεολογικής Σχολής του Α.Π.Θ.

π. Μιχαήλ Κρανιώτης, θεολόγος - καθηγητής

και ο συγγραφέας Ανδρέας Αργυρόπουλος

ΕΥΧΟΜΑΣΤΕ ΣΤΟΝ ΑΓΑΠΗΤΟ ΦΙΛΟ ΚΑΙ ΕΚΛΕΚΤΟ ΣΥΝΑΔΕΛΦΟ ΑΝΔΡΕΑ AΡΓΥΡΟΠΟΥΛΟ, ΓΙΑ ΤΟ ΝΕΟ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟ:  ΚΑΛΟΤΑΞΙΔΟ!

Παρασκευή 8 Δεκεμβρίου 2017

Αφιέρωμα στον Αλεξάντρ Σολζενίτσιν (1918-2008)



Δευτέρα 11 Δεκεμβρίου 2017, 7.30 μ.μ.

Πνευματικό Κέντρο του Δήμου Αθηναίων (Αίθουσα Αντώνη Τρίτση)

Ομιλητές:

- π. Πέτρος Μινώπετρος: "Ο μάρτυρας και η συνείδηση των θυμάτων του κομμουνιστικού ολοκληρωτισμού".

- Δημήτρης Μπαλτάς: "Ο Αλεξάντρ Σολζενίτσιν και η λογοτεχνία του γκουλάγκ".

- Δημήτρης Τριανταφυλλίδης: "Αρχιπέλαγος Γκουλάγκ: ο τόκος των καταθέσεων στη τράπεζα της μνήμης ή ένας πρόλογος που δεν δημοσιεύτηκε ποτέ". Αλεξάντρ

- Παναγιώτης Αντ. Ανδριόπουλος: "Η συνάντηση δύο Αλεξάνδρων: π. Αλέξανδρος Σμέμαν -  Σολζενίτσιν".

Artwork: Ιωάννης - Πορφύριος Καποδίστριας

Διοργάνωση: Περιοδικό ΣΤΕΠΑ, Καλλιτεχνικό Σύνολο ΠΟΛΥΤΡΟΠΟΝ

Η εκδήλωση πραγματοποιείται την ημέρα που συμπληρώνονται 99 χρόνια από την γέννηση του μεγάλου Ρώσου συγγραφέα Αλεξάντρ Σολζενίτσιν (11 Δεκεμβρίου 1918) και ως προανάκρουσμα για το επί θύραις Έτος Σολζενίτσιν, που θα είναι το 2018, καθώς συμπληρώνονται 100 χρόνια από τη γέννησή του και 10 από το θάνατό του (3 Αυγούστου 2008).