...ή τα πάθη και η ανάσταση του διαλόγου...Tου Κώστα Νούση,θεολόγου - φιλολόγου ΑΠΘ
* * * * *
Με αφορμή το σχεδόν ολοκληρωθέντα μεγαλοβδομαδιάτικο λειτουργικό κύκλο γεννιούνται σχεδόν αυθόρμητα και φυσιολογικά μερικές σκέψεις αναφορικά με το διαχριστιανικό/διαθρησκειακό διάλογο που τόσο διχάζει πια τις συνειδήσεις των πιστών। Το μέγιστο αυτό ιστορικό επταήμερο πιστοποιεί ευθύς εξαρχής το καθόλου αυτονόητο ή και ξεχασμένο πια δόγμα της θεότητος του Ιησού Χριστού. Δεν μπορεί να συγκεντρωνόμαστε να τιμάμε τόσες πολλές μέρες ένα ασθενή και καταφρονεμένο ονειροπόλο ηθικοδιδάσκαλο που τον εξευτέλισαν και τον καταβασάνισαν με τόσο ατιμωτικό τρόπο. Δεν είναι δυνατό ένας ανυπόδητος αυτοανακηρυσσόμενος μεσσίας από ένα παλιοχώρι του Ισραήλ να εμπνέει τόσα πλήθη στο πέρασμα των εποχών και να διχοτομεί την ίδια την ιστορία. Δεν μπορεί παρά να είναι ο Θεός. Δε χωρεί όντως άλλη εξήγηση. Είναι μυστήριο και πρόκληση στη λογική να δοξάζεις ένα φονευθέντα μαραγκό της υποτελούς Ιουδαίας του πρώτου αιώνα για τόσους και τόσους αιώνες. Κάτι ελκύει πάνω του. Είναι η αύρα της θεότητός του. Σε καμιά θρησκεία δε δοξάζεται ένας απλός άνθρωπος ως ο Κτίστης των απάντων. Και παλιότερα οι ρωμαίοι αυτοκράτορες θεωρούνταν ίσως θεότητες αλλά όχι ο Θεός του κόσμου, ο παντοκράτωρ. Και ξέρουμε γιατί τους προσκυνούσαν εκείνους. Αυτόν όμως το «γραφικό» ουτοπιστή ποιος μας ωθεί να τον λατρεύουμε;
Η ενσάρκωση και η όλη ζωή του Χριστού αλλά ειδικά τα εκούσια πάθη του αποδεικνύουν μερικά κομβικά και θεμελιώδη για την πίστη μας σημεία। Πρώτα από όλα ότι η υπόθεση της σωτηρίας δεν είναι ούτε εύκολη ούτε προσβάσιμη στα όρια της αντίληψής μας। Όταν ο ίδιος ο Θεός σταυρώνεται και φονεύεται για τη σωτηρία του κόσμου, το γεγονός αυτονοήτως ίσταται σε όρια πλέον του σοβαρού και του ιστορικά ερμηνευτού. Ας το καταλάβουν αυτό όσοι παίζουν εν ου παικτοίς με τη σωτηρία των συνανθρώπων τους ισοπεδώνοντας τα πάντα στο όνομα μιας συγκρητιστικής ελαφρότητος. Γιατί άραγε να χρειαστεί να κατεβεί ο ίδιος ο φοβερός Θεός και να ταπεινωθεί έως εσχάτων αν ήταν τόσο απλά τα πράγματα;
Την ίδια ώρα αναλογιζόμαστε για ποιον τα έπαθε όλα αυτά ο Θεός। Για όλο τον κόσμο. Για τους πάντες και για τα πάντα. Δεν εξαιρείται και δεν περισσεύει κανείς. Ούτε ο ελάχιστος. Ούτε το έμβρυα που ποτέ δεν τα βλέπει το φως του ήλιου, άνθρωποι που ούτε καν μαθαίνει η κοινωνία την ύπαρξή τους. Δε χάνεται τίποτε. Για όλους ανεξαιρέτως εν τη υπερβολή του όρου θανατώθηκε ο ίδιος ο Γιαχβέ που κρατάει στην παλάμη του ένα σύμπαν διαμέτρου μερικών εκατομμυρίων ετών φωτός. Ας το συνειδητοποιήσουν πια μερικοί πως δεν ανήκουν στους προνομιούχους εξαγορασθέντες με το πάντιμο δεσποτικό αίμα. Ας μη στερούν από το Χριστό αυτό που ο ίδιος διακαώς ποθούσε: να ελκύσει τους πάντες με τη θυσία του. Πώς όμως να ελκύσεις χωρίς λόγο και διάλογο; Πώς να αρνηθείς το διάλογο που πηγάζει από μια τέτοια άφατη σταυρική αγάπη; Τόσο αυτονόητα πράγματα αλλά και τόσο αγνοημένα και ακατανόητα στις μέρες του ανόητου.
Διάβαζα προ καιρού μια αξιομνημόνευτη ιστοριούλα με το γερο Εφραίμ τον Κατουνακιώτη για το θέμα του διαλόγου. Κάποιοι προσκυνητές του ανέφεραν σχετικά με την πρόοδο των επαφών και χαρούμενος ο γέροντας με την ελπίδα της επιστροφής των πλανεμένων αδελφών μας πανηγύρισε δοξολογικώς. Αργότερα όμως που προσευχήθηκε, για να λάβει «πληροφορία» επί του θέματος, αισθάνθηκε μια δυσωδία. Όταν το πρωτοδιάβασα, σαν πρώτη αντίδραση σκέφτηκα το μάταιο ή και εφάμαρτο κάποιων ενεργειών της οικουμενικής κίνησης. Το ξαναείδα όμως σε βάθος χρόνου και κάτω από τη σκιά του σταυρού του Χριστού και όλης της μαρτυρικής του πορείας από τη μέρα της γέννησής του μέχρι ειδικά και πολύ περισσότερο τις μέρες τούτες. Έξω λοιπόν από το ζωογόνο τάφο του Ιησού δεν μπορεί παρά να αναλογισθεί κάποιος τη ματαιοπονία της όλης αυτής πορείας, ειδικά όταν γνωρίζουμε πόσοι παίρνουν εκουσίως το δρόμο της κόλασης απορρίπτοντας και βλασφημώντας το Χριστό. Αυτός όμως δε σκέφτηκε έτσι. Και μόνο για το ληστή που συνάντησε λίγο πριν ξεψυχήσει άξιζε η «παράλογη» αυτή διαδρομή. Και η σκέψη σταματά στη μία των σαββάτων: η Ανάσταση εξήγησε και αποκατάστησε τα πάντα, ανατρέποντας τη φαινομενική αλογία. Δεν μπορεί λοιπόν να είμαι τόσο παράλογος σκεφτόμενος και ευχόμενος τα παράλληλα και ανάλογα με το διενεργούμενο διάλογο: καλή ανάσταση!
Λάρισα, Κ.Ν.,3/4/2010