ΓΙΑ ΤΟ ΘΕΜΑ ΤΟΥ ΔΙΑΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΟΥ ΔΙΑΛΟΓΟΥ:
Απάντηση του Προέδρου του Τμήματος Θεολογίας, καθηγητού
κ. Πέτρου Βασιλειάδη
στον Πρόεδρο της «Φιλορθοδόξου Ενώσεως» - «Κοσμάς Φλαμιάτος»,
εκδότη κ. Λαυρέντιο Ντετζιόρτζιο
"Αγαπητέ κ. Ντετζιόρτζιο,
Πήρα το ηλεκτρονικό σας μήνυμα με τίτλο "Εξωφρενικές θέσεις από εκπρόσωπο του Αρχιεπισκόπου Αθηνών!" και σας ευχαριστώ.
Προς αποκατάσταση όμως της αλήθειας - η οποία βάναυσα κακοποιείται από ορισμένους ομοϊδεάτες σας - οφείλω ως Πρόεδρος του τμήματος που διοργάνωσε την εν λόγω ημερίδα να σημειώσω τα ακόλουθα:
α. Η ημερίδα την οποία διοργάνωσε τον περασμένο μήνα το Τμήμα Θεολογίας του ΑΠΘ ήταν καθαρά επιστημονική και είχε στόχο να ανταλλάξουν απόψεις και να υποβάλουν κριτικά ερωτήματα οι συνάδελφοι καθηγητές προς τους άμεσα εμπλεκομένους συντελεστές του επίσημου θεολογικού διαλόγου της Ορθόδοξης Εκκλησίας μας με την αντίστοιχη Ρωμαιοκαθολική. Δεν υπήρχαν "εκπρόσωποι" ούτε Εκκλησιών, ούτε ιδρυμάτων. Απλώς χαιρέτησαν την ημερίδα, όπως άλλωστε σημειώνεται και στο επίσημο πρόγραμμα, ο οικοδεσπότης του εκπαιδευτικού ιδρύματος στο οποίο έλαβε χώρα, Πρύτανης του ΑΠΘ καθ. κ. Αναστάσιος Μάνθος, και η διοργανούσα αρχή, ο Πρόεδρος δηλ.του Τμήματος (και συντάκτης αυτού του σημειώματος) καθ. κ. Πέτρος Βασιλειάδης. Αρκετοί ιεράρχες της Εκκλησίας της Ελλάδος έστειλαν ευχετήριες επιστολές, ή επικοινώνησαν μαζί μου δηλώνοντας με λύπη ότι αδυνατούν να παρευρίσκονται στις εργασίες της, ευχόμενοι παράλληλα ευόδωση των εργασιών της. Κρίναμε ότι δεν θα έπρεπε να τις αναγνώσουμε, γιατί έτσι θα χαλούσαμε τον αυστηρά επιστημονικό χαρακτήρα της ημερίδας, μετατρέποντάς την σε κοσμικό-επικοινωνιακό γεγονός. Αυτό δεν το σεβάστηκαν - πάλι ορισμένοι από τους ομοϊδεάτες σας - επιχειρώντας να μετατρέψουν την αίθουσα από ακαδημαϊκό εργαστήρι σε...πολιτική συγκέντρωση, εν ονόματι μάλιστα της ... υπεράσπισης της Ορθοδοξίας. Γι' αυτό απευθύνθηκα σε σας για την επαναφορά τους στην αρμόζουσα σε ...Ορθοδόξους διαλεγομένους τάξη. Μάλιστα σας ευχαρίστησα για την παρέμβασή σας.
β. Ο π. Παύλος Κουμαριανός απλώς "χαιρέτησε" την ημερίδα εκ προσώπου του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερωνύμου. Μάλιστα, επειδή δεν ήταν προγραμματισμένη καμιά επι πλέον προσφώνηση, ως πρόεδρος έκρινα ότι θα έπρεπε να ενημερώσω τους συμμετέχοντας συναδέλφους στην ημερίδα - πράγμα που έπραξα - και έπειτα να του δώσω κατ' εξαίρεση για ένα λεπτό το λόγο.
γ. Ό,τι ελέχθη στη συνέχεια, κατά τη διάρκεια δηλ. της ημερίδας, ήταν ευθύνη αποκλειστικά των ιδίων. Ειδικά για την προσωπική παρέμβαση του π. Παύλου ειλικρινά δεν καταλαβαίνω την αντίδρασή σας, αφού επί της ουσίας συμφωνεί - σε ηπιώτερο βέβαια τόνο - με την...διακοπή κάθε διαλόγου πριν επέλθει - του Θεού συνεργούντος βέβαια - η πλήρης ένωση των εκκλησιών. Ευτυχώς που υπάρχει το απομαγνητοφωνημένο κείμενο, το οποίο μας στείλατε, και αποδεικνύει του λόγου το αληθές. Τα περί intercommunion κλπ. που προβοκατόρικα ακούστηκαν από τους φωνασκούντες, που όπως θα διαπιστώσατε και εσείς δεν ήρθαν για να εκφράσουν την αγωνία τους για τα συζητούμενα (όπως εσείς και ορισμένες μοναχές), αλλά για να επιβάλουν ετσιθελικά την άποψή τους, και όπως ομολόγησαν ορισμένοι σε δημοσιογράφους για να διαλύσουν την εκδήλωση, αποδεικνύουν το επίπεδο διαλόγου εκ μέρους των.
δ. Επειδή, με αφορμή την ημερίδα, ήρθαν στην ηλεκτρονική (και όχι μόνο) επικαιρότητα φαινόμενα τα οποία υποκρύπτουν μια έντονα "μεσσαλιανική" νοοτροπία, και μάλιστα με την μορφή ατομικής υπογραφής (και δή ...από επισκόπους) "ομολογίας" πίστεως, πρακτική όλως αμάρτυρη στην Ορθόδοξη εκκλησιαστική μας παράδοση, με την οποία μάλιστα επιδιώκεται "γυμνή τη κεφαλή" απείθεια, όχι σε άτομα, όσο υψηλά και αν ίστανται στην εκκλησιαστική ιεραρχία (αυτό μπορεί να είναι με προϋποθέσεις συγγνωστό), αλλά στους βασικούς εκκλησιαστικούς θεσμούς της Ορθόδοξης Εκκλησίας (πράγμα που υπό ορισμένες πρϋποθέσεις επισύρει ακόμη και καθαίρεση), σας επισυνάπτω ολόκληρη την απόφαση της Γ΄Προσυνοδικής σχετικά με τα υπό ... ηλεκτρονική συζήτηση θέματα. Να υπενθυμίσω ότι υπάρχει και άλλο κείμενο για τους διάφορους διμερείς διαλόγους
της Ορθόδοξης Εκκλησίας μας.
Η απόφαση αυτή της Γ΄ Πανορθόδοξης Προσυνοδικής Διάσκεψης, αν και δεν έχει ακόμη «κανονική ισχύ», μέχρι την ψήφισή της από την μέλλουσα να συνέλθει Αγία και Μεγάλη Σύνοδο της Ορθοδόξου Εκκλησίας, έχουν εντούτοις, λόγω της φύσεως των θεμάτων, «άμεση εφαρμογή» (βλ. Επίσκεψις, 15.12.86, σελ. 9 υπ.).
ΕΠΙΣΥΝΑΠΤΟΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ
ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗ ΚΙΝΗΣΗ*
1. Η Ορθόδοξη Εκκλησία με τη βαθιά της πεποίθηση και την εκκλησιαστική της αυτοσυνειδησία ότι αποτελεί τον φορέα και δίνει την μαρτυρία της πίστεως και της παραδόσεως της Μίας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας, πιστεύει ακράδαντα ότι κατέχει κεντρική θέση στην υπόθεση της προώθησης της ενότητας των Χριστιανών μέσα στο σύγχρονο κόσμο.
2. Η Ορθόδοξη Εκκλησία διαπιστώνει ότι στη ροή της ιστορίας για πολλούς λόγους και με διάφορους τρόπους σημειώθηκαν πολλές και σημαντικές αποκλίσεις από την παράδοση της αδιαίρετης Εκκλησίας. Έτσι, στο χριστιανικό κόσμο εμφανίστηκαν αποκλίνουσες αντιλήψεις για την ενότητα και γι’ αυτή καθαυτή την ουσία της Εκκλησίας.
Η Ορθόδοξη Εκκλησία θεμελιώνει την ενότητα της Εκκλησίας στο γεγονός της ιδρύσεώς της από τον Κύριο ημών Ιησού Χριστό και στην κοινωνία της Αγίας Τριάδος και των μυστηρίων. Η ενότητα αυτή εκφράζεται με την αποστολική διαδοχή και την πατερική παράδοση και βιώνεται μέχρι σήμερα σ’ αυτήν. Η Ορθόδοξη Εκκλησία έχει ως αποστολή και υποχρέωσή της να μεταδώσει σε όλο το χριστιανικό κόσμο την εν Αγία Τριάδι και Ιερά Παραδόσει αλήθεια, η οποία και προσδίδει στην Εκκλησία τον καθολικό χαρακτήρα της.
Η ευθύνη της Ορθόδοξης Εκκλησίας, όπως και η οικουμενική αποστολή της για την ενότητα της Εκκλησίας, έχουν εκφρασθεί στις Οικουμενικές Συνόδους. Αυτές, ιδιαίτερα, πρόβαλαν τον υφιστάμενο άρρηκτο δεσμό μεταξύ της ορθής πίστεως και της μυστηριακής κοινωνίας. Η Ορθόδοξη Εκκλησία πάντοτε επιζητούσε να προσελκύσει τις διάφορες χριστιανικές εκκλησίες και ομολογίες σε μία από κοινού πορεία αναζήτησης της χαμένης ενότητας των χριστιανών με σκοπό να καταλήξουν όλοι στην ενότητα της πίστεως.
3. Η Ορθόδοξη Εκκλησία, που αδιαλείπτως προσεύχεται «υπέρ της των πάντων ενώσεως», μετείχε στην οικουμενική κίνηση από την πρώτη της εμφάνιση και συντέλεσε στη διάπλαση και περαιτέρω εξέλιξη της. Άλλωστε η Ορθόδοξη Εκκλησία, εξαιτίας του οικουμενικού πνεύματος που την διακρίνει, καθ’ όλη τη διάρκεια της ιστορίας της, πάντοτε αγωνιζόταν για την αποκατάσταση της χριστιανικής ενότητας. Γι’ αυτό και η ορθόδοξη συμμετοχή στην οικουμενική κίνηση δεν είναι καθό¬λου ξένη προς τη φύση και την ιστορία της Ορθόδοξης Εκκλησίας, αλλά αποτελεί συνεπή έκφραση της αποστολικής πίστεως μέσα σε νέες ιστορικές συνθήκες και για την αντιμετώπιση νέων υπαρξιακών αιτημάτων.
4. Με αυτό το πνεύμα όλες οι κατά τόπους Αγιώτατες Ορθόδοξες Εκκλησίες μετέχουν σήμερα ενεργά σε διάφορα εθνικά, περιφερειακά και διεθνή όργανα της οικουμενικής κινήσεως, όπως και σε διάφορους διμερείς και πολυμερείς διαλόγους, παρά τις δυσκολίες και κρίσεις που κατά καιρούς εμφανίζονται για την ομαλή πορεία της κινήσεως αυτής. Αυτή η πολυδιάστατη οικουμενική δραστηριότητα πηγάζει από αίσθημα υπευθυνότητας και από την πεποίθηση ότι η συνύπαρξη, η αμοιβαία κατανόηση, η συνεργασία και οι κοινές προσπάθειες για τη χριστιανική ενότητα είναι ουσιώδη στοιχεία, «ινα μη εγκοπην τινα δωμεν τω ευαγγελιω του Χριστου» (Α΄ Κορ 9,12).
5. Ένα από τα κύρια όργανα της σύγχρονης οικουμενικής κινήσεως είναι και το Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών (ΠΣΕ). Παρά το γεγονός ότι δεν συμπεριλαμβάνει στους κόλπους του όλες τις χριστιανικές εκκλησίες και ομολογίες και παρά το γεγονός ότι και άλλοι οικουμενικοί οργανισμοί διαδραματίζουν μία σημαντική αποστολή στην προώθηση της οικουμενικής κινήσεως ευρύτερα, το ΠΣΕ αντιπροσωπεύει σήμερα ένα συγκροτημένο οικουμενικό σώμα. Ορισμένες Ορθόδοξες Εκκλησίες υπήρξαν ιδρυτικά του μέλη και στη συνέχεια όλες οι Ορθόδοξες Εκκλησίες έγιναν μέλη του. Όπως έχει δηλωθεί σε πανορθόδοξο επίπεδο (Δ' Πανορθόδοξη Διάσκεψη 1968) η Ορθόδοξη Εκκλησία αποτελεί πλήρες και ισότιμο μέλος του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών και με όλα τα μέσα που έχει στη διάθεσή της συμβάλλει στην προαγωγή και ευόδωση του όλου έργου του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών.
6. Παρόλα αυτά, η Ορθόδοξη Εκκλησία πιστή στην εκκλησιολογία της, την ταυτότητα της εσωτερικής της δομής και τη διδασκαλία της αδιαίρετης Εκκλησίας, αν και συμμετέχει στον οργανισμό του ΠΣΕ, με κανένα τρόπο δεν αποδέχεται την ιδέα της «ισότητας των ομολογιών» και με κανένα τρόπο δεν μπορεί να δεχθεί την ενότητα της Εκκλησίας σαν κάποια διομολογιακή προσαρμογή. Με το πνεύμα αυτό η ενότητα η οποία αναζητείται στο ΠΣΕ δεν μπορεί να είναι μόνο προϊόν θεολογικών συμφωνιών. Ο Θεός καλεί κάθε χριστιανό στην ενό¬τητα της πίστεως, που βιώνεται μέσα στα μυστήρια και την παράδοση της Ορθόδοξης Εκκλησίας.
7. Οι Ορθόδοξες εκκλησίες-μέλη του ΠΣΕ αποδέχονται το άρθρο/βάση του καταστατικού και τους σκοπούς και τις ε¬πιδιώξεις του. Έχουν την βαθιά πεποίθηση ότι οι εκκλησιολογικές προϋποθέσεις της Δηλώσεως του Toronto (1950), που τιτλοφορείται «Η Εκκλησία, οι εκκλησίες και το Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών», είναι κεφαλαιώδους σημασίας για την Ορθόδοξη συμμετοχή στο Συμβούλιο. Όπως είναι αυτονόητο το ΠΣΕ δεν είναι, και σε καμιά περίπτωση δεν επιτρέπεται να καταστεί, υπέρ-εκκλησία. «Σκοπός του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών δεν είναι να διαπραγματεύεται ενώ¬σεις μεταξύ των εκκλησιών, κάτι που μπορεί να γίνει μόνον από τις εκκλησίες, που ενεργούν με δική τους πρωτοβουλία, αλλά να φέρει τις εκκλησίες σε ζωντανή επαφή μεταξύ τους και να προάγει τη μελέτη και συζήτηση των ζητημάτων της χριστιανικής ενότητας» (Δήλωση του Toronto §2).
8. Θεολογικές μελέτες και άλλες δραστηριότητες προγραμμάτων του ΠΣΕ αποτελούν μέσα προσέγγισης των εκκλησιών. Ιδιαίτερα πρέπει να μνημονευθεί το έργο της «Παγκόσμιας Κινήσεως περί Πίστεως και Τάξεως», που συνεχίζεται στην επιτροπή «Πίστη και Τάξη». Επισημαίνεται ότι το κείμενο «Βάπτισμα, Ευχαριστία, Λειτούργημα», που καταρτίστηκε από την επιτροπή αυτή με τη συμμετοχή και ορθοδόξων θεολόγων, δεν εκφράζει την πίστη της Ορθόδοξης Εκκλησίας σε πολλά σημεία κεφαλαιώδους σημασίας. Εντούτοις, αποτελεί σημαντικό βήμα στην ιστορία της οικουμενικής κινήσεως.
9. Το ΠΣΕ, όμως, ως όργανο των εκκλησιών-μελών του, δεν ασχολείται μόνο με τον διεξαγόμενο στο πλαίσιο της επιτροπής «Πίστη και Τάξη» πολυμερή διάλογο. Οι πολύπλευρες δραστηριότητές του στους χώρους του ευαγγελισμού, της διακονίας, της υγείας, της θεολογικής εκπαίδευσης, του διαθρησκειακού διαλόγου, της καταπολέμησης του φυλετισμού, της προώθησης των ιδεωδών της ειρήνης και της δικαιοσύνης, καλύπτουν ειδικές ανάγκες των εκκλησιών και του κόσμου σήμερα και παρέχουν ευκαιρία κοινής μαρτυρίας και δράσεως. Η Ορθόδοξη Εκκλησία εκτιμά την πολυδιάστατη αυτή δραστηριότητα του ΠΣΕ και στο πλαίσιο των δυνατοτήτων της συνεργάζεται πλήρως στους προμνημονευθέντες τομείς.
10. Μετά την ΣΤ' Γενική Συνέλευση στο Vancouver δη¬μιουργούνται νέες προϋποθέσεις για μια περισσότερο σημαντική ορθόδοξη συμμετοχή στο συμβούλιο. Η εξισορρόπηση του θεολογικού και κοινωνικού έργου του συμβουλίου, που επιχειρήθηκε στο Vancouver, ανοίγει νέες προοπτικές διείσδυσης της ορθόδοξης θεολογικής σκέψης στη ζωή και τις δραστηριότητες του ΠΣΕ.
11. Αποτελεί, όμως, γεγονός ότι μία ουσιαστική ορθόδοξη μαρτυρία και η ιδιαίτερη θεολογική της συμβολή θα αποδυναμωθούν, εάν δεν βρεθούν μέσα στο ΠΣΕ οι αναγκαίες εκείνες προϋποθέσεις, οι όποιες θα παρέχουν στις Ορθόδοξες Εκκλησίες τη δυνατότητα να ενεργούν ισότιμα προς τα αλλά μέλη του ΠΣΕ με βάση τη δική τους εκκλησιολογική ταυτότητα, κάτι που δε συμβαίνει πάντοτε εξαιτίας των διαδικαστικών αρχών που διέπουν τη δομή και τη λειτουργία του ΠΣΕ. Τα ίδια ισχύουν και ως προς τη συμμετοχή και τη συνεργασία των κατά τόπους Ορθοδόξων Εκκλησιών με άλλους διαχριστιανικούς οργανισμούς, όπως το Συμβούλιο Ευρωπαϊκών Εκκλησιών (ΚΕΚ) και όποιο άλλο τοπικό ή περιφερειακό συμβούλιο στο οποίο η Ορθόδοξη Εκκλησία καλείται να συνεργασθεί και να παράσχει τη μαρτυρία της.
Αναφορικά με τα όσα έχουν λεχθεί πιο πάνω, εκφράζεται ανησυχία ως προς τη συνεχιζόμενη διόγκωση του ΠΣΕ με την εισδοχή διαφόρων χριστιανικών κοινοτήτων ως νέων μελών του συμβουλίου, πράγμα που θα μειώσει μακροπρόθεσμα την ορθόδοξη παρουσία στα διάφορα διοικητικά και συμβουλευτικά σώματα του ΠΣΕ και θα αποβεί σε βάρος ενός υγιούς οικουμενικού διαλόγου μέσα στο συμβούλιο. Γι’ αυτό πρέπει να γίνουν νέες αναγκαίες ρυθμίσεις, έτσι ώστε η Ορθόδοξη Εκκλησία να μπορέσει να δώσει μέσα στο συμβούλιο τη μαρτυρία και τη θεολογική της συνεισφορά, που περιμένει απ’ αυτήν το ΠΣΕ, σύμφωνα με όσα έχουν ήδη συμφωνηθεί μεταξύ του ΠΣΕ και των Ορθοδόξων-μελών του (Desiderata Σόφιας).
12. Η Ορθόδοξη Εκκλησία έχει συνείδηση του γεγονότος ότι η οικουμενική κίνηση προσλαμβάνει νέες μορφές, προκειμένου να ανταποκριθεί στις νέες συνθήκες και να αντιμετωπίσει τις νέες προκλήσεις στο σύγχρονο κόσμο. Στην πορεία αυτή είναι απαραίτητη η δημιουργική συμβολή και μαρτυρία της Ορθόδοξης Εκκλησίας στη βάση της αποστολικής της παραδόσεως και πίστεως. Ευχόμαστε όλες οι χριστιανικές εκκλησίες να εργαστούν από κοινού ώστε να έρθει γρήγορα η μέρα, κατά την οποία ο Κύριος θα εκπληρώσει την ελπίδα των εκκλησιών να γίνει «μια ποιμνη, εις ποιμην» (Ιω 10,16).
Σημεία που χρειάζονται άμεση προώθηση:
1. Είναι ανάγκη να βρεθούν εντός του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών, του Συμβουλίου των Ευρωπαϊκών Εκ¬κλησιών και των άλλων διαχριστιανικών οργανισμών, οι αναγκαίες προϋποθέσεις, οι οποίες θα δώσουν στις Ορθόδοξες Εκκλησίες τη δυνατότητα να ενεργούν ισότιμα με τα άλλα μέλη των πιο πάνω οργανισμών στη βάση της ιδιαίτερης εκκλησιολογικής τους ταυτότητας, πράγμα που συχνά δε συμβαίνει ε¬ξαιτίας των διαδικαστικών αρχών που διέπουν τη δομή και λει¬τουργία των πιο πάνω διεκκλησιαστικών οργανισμών.
Γι’ αυτό είναι αναγκαίο τόσο στο ΠΣΕ, όσο και στους άλ¬λους οργανισμούς, να γίνουν νέες αναγκαίες ρυθμίσεις, έτσι ώ¬στε η Ορθόδοξη Εκκλησία να μπορέσει να δώσει τη μαρτυρία και τη θεολογική της προσφορά, την οποία αναμένουν απ’ αυ¬τήν οι εταίροι της στην οικουμενική κίνηση.
Ιδιαίτερα ως προς τις σχέσεις της Ορθόδοξης Εκκλη¬σίας με το ΠΣΕ θα πρέπει να εφαρμοσθούν και τα αλλά σημεία από τα Desiderata της Σόφιας για τα όποια δε λήφτηκε ακόμη (δηλαδή πριν από τις αποφάσεις της Ειδικής Επιτροπής, σημ. εκδ.) μέριμνα.
2. Η Ορθόδοξη Εκκλησία που συμμετέχει στον πολυμε¬ρή θεολογικό διάλογο που διεξάγεται στο πλαίσιο της Επιτρο¬πής «Πίστη και Τάξη» πρέπει να βρει τρόπους συντονισμού των προσπαθειών της, ιδίως σε ό,τι αφορά τα εκκλησιολογικά κριτήρια της συμμετοχής της στον πολυμερή αυτό διάλογο.
(Από το παράρτημα του βιβλίου μου ΕΝΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΜΑΡΤΥΡΙΑ, εκδ. Επίκεντρο, Θεσσαλονίκη 2007)
ΣΗΜ.
* Κείμενο-απόφαση της Γ΄ Πανορθόδοξης Προσυνοδικής Διάσκεψης. Σύμφωνα με απόφαση της Διάσκεψης αυτής τα κείμενα που παρατίθενται, αν και δεν έχουν ακόμη «κανονική ισχύ» μέχρι την ψήφιση τους από την μέλλουσα να συνέλθει Αγία και Μεγάλη Σύνοδο της Ορθοδόξου Εκκλησίας, εντούτοις, λόγω της φύσεως των θεμάτων, μπορούν να έχουν «άμεση εφαρμογή» (βλ. Επίσκεψις, 15.12.86, σελ. 9 υπ.) (σημ. εκδ.).
1. Στα επόμενα χρόνια προστέθηκε και το ενδιαφέρον για την οικολογία (και έτσι η επιτροπή μετονομάστηκε σε «Ειρήνη, Δικαιοσύνη και Ακεραιότητα της Δημιουργίας, JPIC), για την οποία ιδιαίτερα το Οικουμενικό Πατριαρχείο επιδεικνύει αξιοθαύμαστη, πρωτοποριακή και αναγνωρισμένη διεθνώς δραστηριότητα (σημ εκδ.).
2. Το αίτημα αυτό των Ορθοδόξων επιτεύχθηκε με την υιοθέτηση των προτάσεων της Ειδικής Επιτροπής για τη Συμμετοχή των Ορθοδόξων στο ΠΣΕ (βλ. Αναστασία Βασιλειάδου, Η συμμετοχή των Ορθοδόξων στο ΠΣΕ υπό το φως των αποφάσεων της Ειδικής Επιτροπής, Θεσσαλονίκη 2005) (σημ εκδ.).
Απάντηση του Προέδρου του Τμήματος Θεολογίας, καθηγητού
κ. Πέτρου Βασιλειάδη
στον Πρόεδρο της «Φιλορθοδόξου Ενώσεως» - «Κοσμάς Φλαμιάτος»,
εκδότη κ. Λαυρέντιο Ντετζιόρτζιο
"Αγαπητέ κ. Ντετζιόρτζιο,
Πήρα το ηλεκτρονικό σας μήνυμα με τίτλο "Εξωφρενικές θέσεις από εκπρόσωπο του Αρχιεπισκόπου Αθηνών!" και σας ευχαριστώ.
Προς αποκατάσταση όμως της αλήθειας - η οποία βάναυσα κακοποιείται από ορισμένους ομοϊδεάτες σας - οφείλω ως Πρόεδρος του τμήματος που διοργάνωσε την εν λόγω ημερίδα να σημειώσω τα ακόλουθα:
α. Η ημερίδα την οποία διοργάνωσε τον περασμένο μήνα το Τμήμα Θεολογίας του ΑΠΘ ήταν καθαρά επιστημονική και είχε στόχο να ανταλλάξουν απόψεις και να υποβάλουν κριτικά ερωτήματα οι συνάδελφοι καθηγητές προς τους άμεσα εμπλεκομένους συντελεστές του επίσημου θεολογικού διαλόγου της Ορθόδοξης Εκκλησίας μας με την αντίστοιχη Ρωμαιοκαθολική. Δεν υπήρχαν "εκπρόσωποι" ούτε Εκκλησιών, ούτε ιδρυμάτων. Απλώς χαιρέτησαν την ημερίδα, όπως άλλωστε σημειώνεται και στο επίσημο πρόγραμμα, ο οικοδεσπότης του εκπαιδευτικού ιδρύματος στο οποίο έλαβε χώρα, Πρύτανης του ΑΠΘ καθ. κ. Αναστάσιος Μάνθος, και η διοργανούσα αρχή, ο Πρόεδρος δηλ.του Τμήματος (και συντάκτης αυτού του σημειώματος) καθ. κ. Πέτρος Βασιλειάδης. Αρκετοί ιεράρχες της Εκκλησίας της Ελλάδος έστειλαν ευχετήριες επιστολές, ή επικοινώνησαν μαζί μου δηλώνοντας με λύπη ότι αδυνατούν να παρευρίσκονται στις εργασίες της, ευχόμενοι παράλληλα ευόδωση των εργασιών της. Κρίναμε ότι δεν θα έπρεπε να τις αναγνώσουμε, γιατί έτσι θα χαλούσαμε τον αυστηρά επιστημονικό χαρακτήρα της ημερίδας, μετατρέποντάς την σε κοσμικό-επικοινωνιακό γεγονός. Αυτό δεν το σεβάστηκαν - πάλι ορισμένοι από τους ομοϊδεάτες σας - επιχειρώντας να μετατρέψουν την αίθουσα από ακαδημαϊκό εργαστήρι σε...πολιτική συγκέντρωση, εν ονόματι μάλιστα της ... υπεράσπισης της Ορθοδοξίας. Γι' αυτό απευθύνθηκα σε σας για την επαναφορά τους στην αρμόζουσα σε ...Ορθοδόξους διαλεγομένους τάξη. Μάλιστα σας ευχαρίστησα για την παρέμβασή σας.
β. Ο π. Παύλος Κουμαριανός απλώς "χαιρέτησε" την ημερίδα εκ προσώπου του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερωνύμου. Μάλιστα, επειδή δεν ήταν προγραμματισμένη καμιά επι πλέον προσφώνηση, ως πρόεδρος έκρινα ότι θα έπρεπε να ενημερώσω τους συμμετέχοντας συναδέλφους στην ημερίδα - πράγμα που έπραξα - και έπειτα να του δώσω κατ' εξαίρεση για ένα λεπτό το λόγο.
γ. Ό,τι ελέχθη στη συνέχεια, κατά τη διάρκεια δηλ. της ημερίδας, ήταν ευθύνη αποκλειστικά των ιδίων. Ειδικά για την προσωπική παρέμβαση του π. Παύλου ειλικρινά δεν καταλαβαίνω την αντίδρασή σας, αφού επί της ουσίας συμφωνεί - σε ηπιώτερο βέβαια τόνο - με την...διακοπή κάθε διαλόγου πριν επέλθει - του Θεού συνεργούντος βέβαια - η πλήρης ένωση των εκκλησιών. Ευτυχώς που υπάρχει το απομαγνητοφωνημένο κείμενο, το οποίο μας στείλατε, και αποδεικνύει του λόγου το αληθές. Τα περί intercommunion κλπ. που προβοκατόρικα ακούστηκαν από τους φωνασκούντες, που όπως θα διαπιστώσατε και εσείς δεν ήρθαν για να εκφράσουν την αγωνία τους για τα συζητούμενα (όπως εσείς και ορισμένες μοναχές), αλλά για να επιβάλουν ετσιθελικά την άποψή τους, και όπως ομολόγησαν ορισμένοι σε δημοσιογράφους για να διαλύσουν την εκδήλωση, αποδεικνύουν το επίπεδο διαλόγου εκ μέρους των.
δ. Επειδή, με αφορμή την ημερίδα, ήρθαν στην ηλεκτρονική (και όχι μόνο) επικαιρότητα φαινόμενα τα οποία υποκρύπτουν μια έντονα "μεσσαλιανική" νοοτροπία, και μάλιστα με την μορφή ατομικής υπογραφής (και δή ...από επισκόπους) "ομολογίας" πίστεως, πρακτική όλως αμάρτυρη στην Ορθόδοξη εκκλησιαστική μας παράδοση, με την οποία μάλιστα επιδιώκεται "γυμνή τη κεφαλή" απείθεια, όχι σε άτομα, όσο υψηλά και αν ίστανται στην εκκλησιαστική ιεραρχία (αυτό μπορεί να είναι με προϋποθέσεις συγγνωστό), αλλά στους βασικούς εκκλησιαστικούς θεσμούς της Ορθόδοξης Εκκλησίας (πράγμα που υπό ορισμένες πρϋποθέσεις επισύρει ακόμη και καθαίρεση), σας επισυνάπτω ολόκληρη την απόφαση της Γ΄Προσυνοδικής σχετικά με τα υπό ... ηλεκτρονική συζήτηση θέματα. Να υπενθυμίσω ότι υπάρχει και άλλο κείμενο για τους διάφορους διμερείς διαλόγους
της Ορθόδοξης Εκκλησίας μας.
Η απόφαση αυτή της Γ΄ Πανορθόδοξης Προσυνοδικής Διάσκεψης, αν και δεν έχει ακόμη «κανονική ισχύ», μέχρι την ψήφισή της από την μέλλουσα να συνέλθει Αγία και Μεγάλη Σύνοδο της Ορθοδόξου Εκκλησίας, έχουν εντούτοις, λόγω της φύσεως των θεμάτων, «άμεση εφαρμογή» (βλ. Επίσκεψις, 15.12.86, σελ. 9 υπ.).
ΕΠΙΣΥΝΑΠΤΟΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ
ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗ ΚΙΝΗΣΗ*
1. Η Ορθόδοξη Εκκλησία με τη βαθιά της πεποίθηση και την εκκλησιαστική της αυτοσυνειδησία ότι αποτελεί τον φορέα και δίνει την μαρτυρία της πίστεως και της παραδόσεως της Μίας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας, πιστεύει ακράδαντα ότι κατέχει κεντρική θέση στην υπόθεση της προώθησης της ενότητας των Χριστιανών μέσα στο σύγχρονο κόσμο.
2. Η Ορθόδοξη Εκκλησία διαπιστώνει ότι στη ροή της ιστορίας για πολλούς λόγους και με διάφορους τρόπους σημειώθηκαν πολλές και σημαντικές αποκλίσεις από την παράδοση της αδιαίρετης Εκκλησίας. Έτσι, στο χριστιανικό κόσμο εμφανίστηκαν αποκλίνουσες αντιλήψεις για την ενότητα και γι’ αυτή καθαυτή την ουσία της Εκκλησίας.
Η Ορθόδοξη Εκκλησία θεμελιώνει την ενότητα της Εκκλησίας στο γεγονός της ιδρύσεώς της από τον Κύριο ημών Ιησού Χριστό και στην κοινωνία της Αγίας Τριάδος και των μυστηρίων. Η ενότητα αυτή εκφράζεται με την αποστολική διαδοχή και την πατερική παράδοση και βιώνεται μέχρι σήμερα σ’ αυτήν. Η Ορθόδοξη Εκκλησία έχει ως αποστολή και υποχρέωσή της να μεταδώσει σε όλο το χριστιανικό κόσμο την εν Αγία Τριάδι και Ιερά Παραδόσει αλήθεια, η οποία και προσδίδει στην Εκκλησία τον καθολικό χαρακτήρα της.
Η ευθύνη της Ορθόδοξης Εκκλησίας, όπως και η οικουμενική αποστολή της για την ενότητα της Εκκλησίας, έχουν εκφρασθεί στις Οικουμενικές Συνόδους. Αυτές, ιδιαίτερα, πρόβαλαν τον υφιστάμενο άρρηκτο δεσμό μεταξύ της ορθής πίστεως και της μυστηριακής κοινωνίας. Η Ορθόδοξη Εκκλησία πάντοτε επιζητούσε να προσελκύσει τις διάφορες χριστιανικές εκκλησίες και ομολογίες σε μία από κοινού πορεία αναζήτησης της χαμένης ενότητας των χριστιανών με σκοπό να καταλήξουν όλοι στην ενότητα της πίστεως.
3. Η Ορθόδοξη Εκκλησία, που αδιαλείπτως προσεύχεται «υπέρ της των πάντων ενώσεως», μετείχε στην οικουμενική κίνηση από την πρώτη της εμφάνιση και συντέλεσε στη διάπλαση και περαιτέρω εξέλιξη της. Άλλωστε η Ορθόδοξη Εκκλησία, εξαιτίας του οικουμενικού πνεύματος που την διακρίνει, καθ’ όλη τη διάρκεια της ιστορίας της, πάντοτε αγωνιζόταν για την αποκατάσταση της χριστιανικής ενότητας. Γι’ αυτό και η ορθόδοξη συμμετοχή στην οικουμενική κίνηση δεν είναι καθό¬λου ξένη προς τη φύση και την ιστορία της Ορθόδοξης Εκκλησίας, αλλά αποτελεί συνεπή έκφραση της αποστολικής πίστεως μέσα σε νέες ιστορικές συνθήκες και για την αντιμετώπιση νέων υπαρξιακών αιτημάτων.
4. Με αυτό το πνεύμα όλες οι κατά τόπους Αγιώτατες Ορθόδοξες Εκκλησίες μετέχουν σήμερα ενεργά σε διάφορα εθνικά, περιφερειακά και διεθνή όργανα της οικουμενικής κινήσεως, όπως και σε διάφορους διμερείς και πολυμερείς διαλόγους, παρά τις δυσκολίες και κρίσεις που κατά καιρούς εμφανίζονται για την ομαλή πορεία της κινήσεως αυτής. Αυτή η πολυδιάστατη οικουμενική δραστηριότητα πηγάζει από αίσθημα υπευθυνότητας και από την πεποίθηση ότι η συνύπαρξη, η αμοιβαία κατανόηση, η συνεργασία και οι κοινές προσπάθειες για τη χριστιανική ενότητα είναι ουσιώδη στοιχεία, «ινα μη εγκοπην τινα δωμεν τω ευαγγελιω του Χριστου» (Α΄ Κορ 9,12).
5. Ένα από τα κύρια όργανα της σύγχρονης οικουμενικής κινήσεως είναι και το Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών (ΠΣΕ). Παρά το γεγονός ότι δεν συμπεριλαμβάνει στους κόλπους του όλες τις χριστιανικές εκκλησίες και ομολογίες και παρά το γεγονός ότι και άλλοι οικουμενικοί οργανισμοί διαδραματίζουν μία σημαντική αποστολή στην προώθηση της οικουμενικής κινήσεως ευρύτερα, το ΠΣΕ αντιπροσωπεύει σήμερα ένα συγκροτημένο οικουμενικό σώμα. Ορισμένες Ορθόδοξες Εκκλησίες υπήρξαν ιδρυτικά του μέλη και στη συνέχεια όλες οι Ορθόδοξες Εκκλησίες έγιναν μέλη του. Όπως έχει δηλωθεί σε πανορθόδοξο επίπεδο (Δ' Πανορθόδοξη Διάσκεψη 1968) η Ορθόδοξη Εκκλησία αποτελεί πλήρες και ισότιμο μέλος του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών και με όλα τα μέσα που έχει στη διάθεσή της συμβάλλει στην προαγωγή και ευόδωση του όλου έργου του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών.
6. Παρόλα αυτά, η Ορθόδοξη Εκκλησία πιστή στην εκκλησιολογία της, την ταυτότητα της εσωτερικής της δομής και τη διδασκαλία της αδιαίρετης Εκκλησίας, αν και συμμετέχει στον οργανισμό του ΠΣΕ, με κανένα τρόπο δεν αποδέχεται την ιδέα της «ισότητας των ομολογιών» και με κανένα τρόπο δεν μπορεί να δεχθεί την ενότητα της Εκκλησίας σαν κάποια διομολογιακή προσαρμογή. Με το πνεύμα αυτό η ενότητα η οποία αναζητείται στο ΠΣΕ δεν μπορεί να είναι μόνο προϊόν θεολογικών συμφωνιών. Ο Θεός καλεί κάθε χριστιανό στην ενό¬τητα της πίστεως, που βιώνεται μέσα στα μυστήρια και την παράδοση της Ορθόδοξης Εκκλησίας.
7. Οι Ορθόδοξες εκκλησίες-μέλη του ΠΣΕ αποδέχονται το άρθρο/βάση του καταστατικού και τους σκοπούς και τις ε¬πιδιώξεις του. Έχουν την βαθιά πεποίθηση ότι οι εκκλησιολογικές προϋποθέσεις της Δηλώσεως του Toronto (1950), που τιτλοφορείται «Η Εκκλησία, οι εκκλησίες και το Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών», είναι κεφαλαιώδους σημασίας για την Ορθόδοξη συμμετοχή στο Συμβούλιο. Όπως είναι αυτονόητο το ΠΣΕ δεν είναι, και σε καμιά περίπτωση δεν επιτρέπεται να καταστεί, υπέρ-εκκλησία. «Σκοπός του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών δεν είναι να διαπραγματεύεται ενώ¬σεις μεταξύ των εκκλησιών, κάτι που μπορεί να γίνει μόνον από τις εκκλησίες, που ενεργούν με δική τους πρωτοβουλία, αλλά να φέρει τις εκκλησίες σε ζωντανή επαφή μεταξύ τους και να προάγει τη μελέτη και συζήτηση των ζητημάτων της χριστιανικής ενότητας» (Δήλωση του Toronto §2).
8. Θεολογικές μελέτες και άλλες δραστηριότητες προγραμμάτων του ΠΣΕ αποτελούν μέσα προσέγγισης των εκκλησιών. Ιδιαίτερα πρέπει να μνημονευθεί το έργο της «Παγκόσμιας Κινήσεως περί Πίστεως και Τάξεως», που συνεχίζεται στην επιτροπή «Πίστη και Τάξη». Επισημαίνεται ότι το κείμενο «Βάπτισμα, Ευχαριστία, Λειτούργημα», που καταρτίστηκε από την επιτροπή αυτή με τη συμμετοχή και ορθοδόξων θεολόγων, δεν εκφράζει την πίστη της Ορθόδοξης Εκκλησίας σε πολλά σημεία κεφαλαιώδους σημασίας. Εντούτοις, αποτελεί σημαντικό βήμα στην ιστορία της οικουμενικής κινήσεως.
9. Το ΠΣΕ, όμως, ως όργανο των εκκλησιών-μελών του, δεν ασχολείται μόνο με τον διεξαγόμενο στο πλαίσιο της επιτροπής «Πίστη και Τάξη» πολυμερή διάλογο. Οι πολύπλευρες δραστηριότητές του στους χώρους του ευαγγελισμού, της διακονίας, της υγείας, της θεολογικής εκπαίδευσης, του διαθρησκειακού διαλόγου, της καταπολέμησης του φυλετισμού, της προώθησης των ιδεωδών της ειρήνης και της δικαιοσύνης, καλύπτουν ειδικές ανάγκες των εκκλησιών και του κόσμου σήμερα και παρέχουν ευκαιρία κοινής μαρτυρίας και δράσεως. Η Ορθόδοξη Εκκλησία εκτιμά την πολυδιάστατη αυτή δραστηριότητα του ΠΣΕ και στο πλαίσιο των δυνατοτήτων της συνεργάζεται πλήρως στους προμνημονευθέντες τομείς.
10. Μετά την ΣΤ' Γενική Συνέλευση στο Vancouver δη¬μιουργούνται νέες προϋποθέσεις για μια περισσότερο σημαντική ορθόδοξη συμμετοχή στο συμβούλιο. Η εξισορρόπηση του θεολογικού και κοινωνικού έργου του συμβουλίου, που επιχειρήθηκε στο Vancouver, ανοίγει νέες προοπτικές διείσδυσης της ορθόδοξης θεολογικής σκέψης στη ζωή και τις δραστηριότητες του ΠΣΕ.
11. Αποτελεί, όμως, γεγονός ότι μία ουσιαστική ορθόδοξη μαρτυρία και η ιδιαίτερη θεολογική της συμβολή θα αποδυναμωθούν, εάν δεν βρεθούν μέσα στο ΠΣΕ οι αναγκαίες εκείνες προϋποθέσεις, οι όποιες θα παρέχουν στις Ορθόδοξες Εκκλησίες τη δυνατότητα να ενεργούν ισότιμα προς τα αλλά μέλη του ΠΣΕ με βάση τη δική τους εκκλησιολογική ταυτότητα, κάτι που δε συμβαίνει πάντοτε εξαιτίας των διαδικαστικών αρχών που διέπουν τη δομή και τη λειτουργία του ΠΣΕ. Τα ίδια ισχύουν και ως προς τη συμμετοχή και τη συνεργασία των κατά τόπους Ορθοδόξων Εκκλησιών με άλλους διαχριστιανικούς οργανισμούς, όπως το Συμβούλιο Ευρωπαϊκών Εκκλησιών (ΚΕΚ) και όποιο άλλο τοπικό ή περιφερειακό συμβούλιο στο οποίο η Ορθόδοξη Εκκλησία καλείται να συνεργασθεί και να παράσχει τη μαρτυρία της.
Αναφορικά με τα όσα έχουν λεχθεί πιο πάνω, εκφράζεται ανησυχία ως προς τη συνεχιζόμενη διόγκωση του ΠΣΕ με την εισδοχή διαφόρων χριστιανικών κοινοτήτων ως νέων μελών του συμβουλίου, πράγμα που θα μειώσει μακροπρόθεσμα την ορθόδοξη παρουσία στα διάφορα διοικητικά και συμβουλευτικά σώματα του ΠΣΕ και θα αποβεί σε βάρος ενός υγιούς οικουμενικού διαλόγου μέσα στο συμβούλιο. Γι’ αυτό πρέπει να γίνουν νέες αναγκαίες ρυθμίσεις, έτσι ώστε η Ορθόδοξη Εκκλησία να μπορέσει να δώσει μέσα στο συμβούλιο τη μαρτυρία και τη θεολογική της συνεισφορά, που περιμένει απ’ αυτήν το ΠΣΕ, σύμφωνα με όσα έχουν ήδη συμφωνηθεί μεταξύ του ΠΣΕ και των Ορθοδόξων-μελών του (Desiderata Σόφιας).
12. Η Ορθόδοξη Εκκλησία έχει συνείδηση του γεγονότος ότι η οικουμενική κίνηση προσλαμβάνει νέες μορφές, προκειμένου να ανταποκριθεί στις νέες συνθήκες και να αντιμετωπίσει τις νέες προκλήσεις στο σύγχρονο κόσμο. Στην πορεία αυτή είναι απαραίτητη η δημιουργική συμβολή και μαρτυρία της Ορθόδοξης Εκκλησίας στη βάση της αποστολικής της παραδόσεως και πίστεως. Ευχόμαστε όλες οι χριστιανικές εκκλησίες να εργαστούν από κοινού ώστε να έρθει γρήγορα η μέρα, κατά την οποία ο Κύριος θα εκπληρώσει την ελπίδα των εκκλησιών να γίνει «μια ποιμνη, εις ποιμην» (Ιω 10,16).
Σημεία που χρειάζονται άμεση προώθηση:
1. Είναι ανάγκη να βρεθούν εντός του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών, του Συμβουλίου των Ευρωπαϊκών Εκ¬κλησιών και των άλλων διαχριστιανικών οργανισμών, οι αναγκαίες προϋποθέσεις, οι οποίες θα δώσουν στις Ορθόδοξες Εκκλησίες τη δυνατότητα να ενεργούν ισότιμα με τα άλλα μέλη των πιο πάνω οργανισμών στη βάση της ιδιαίτερης εκκλησιολογικής τους ταυτότητας, πράγμα που συχνά δε συμβαίνει ε¬ξαιτίας των διαδικαστικών αρχών που διέπουν τη δομή και λει¬τουργία των πιο πάνω διεκκλησιαστικών οργανισμών.
Γι’ αυτό είναι αναγκαίο τόσο στο ΠΣΕ, όσο και στους άλ¬λους οργανισμούς, να γίνουν νέες αναγκαίες ρυθμίσεις, έτσι ώ¬στε η Ορθόδοξη Εκκλησία να μπορέσει να δώσει τη μαρτυρία και τη θεολογική της προσφορά, την οποία αναμένουν απ’ αυ¬τήν οι εταίροι της στην οικουμενική κίνηση.
Ιδιαίτερα ως προς τις σχέσεις της Ορθόδοξης Εκκλη¬σίας με το ΠΣΕ θα πρέπει να εφαρμοσθούν και τα αλλά σημεία από τα Desiderata της Σόφιας για τα όποια δε λήφτηκε ακόμη (δηλαδή πριν από τις αποφάσεις της Ειδικής Επιτροπής, σημ. εκδ.) μέριμνα.
2. Η Ορθόδοξη Εκκλησία που συμμετέχει στον πολυμε¬ρή θεολογικό διάλογο που διεξάγεται στο πλαίσιο της Επιτρο¬πής «Πίστη και Τάξη» πρέπει να βρει τρόπους συντονισμού των προσπαθειών της, ιδίως σε ό,τι αφορά τα εκκλησιολογικά κριτήρια της συμμετοχής της στον πολυμερή αυτό διάλογο.
(Από το παράρτημα του βιβλίου μου ΕΝΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΜΑΡΤΥΡΙΑ, εκδ. Επίκεντρο, Θεσσαλονίκη 2007)
ΣΗΜ.
* Κείμενο-απόφαση της Γ΄ Πανορθόδοξης Προσυνοδικής Διάσκεψης. Σύμφωνα με απόφαση της Διάσκεψης αυτής τα κείμενα που παρατίθενται, αν και δεν έχουν ακόμη «κανονική ισχύ» μέχρι την ψήφιση τους από την μέλλουσα να συνέλθει Αγία και Μεγάλη Σύνοδο της Ορθοδόξου Εκκλησίας, εντούτοις, λόγω της φύσεως των θεμάτων, μπορούν να έχουν «άμεση εφαρμογή» (βλ. Επίσκεψις, 15.12.86, σελ. 9 υπ.) (σημ. εκδ.).
1. Στα επόμενα χρόνια προστέθηκε και το ενδιαφέρον για την οικολογία (και έτσι η επιτροπή μετονομάστηκε σε «Ειρήνη, Δικαιοσύνη και Ακεραιότητα της Δημιουργίας, JPIC), για την οποία ιδιαίτερα το Οικουμενικό Πατριαρχείο επιδεικνύει αξιοθαύμαστη, πρωτοποριακή και αναγνωρισμένη διεθνώς δραστηριότητα (σημ εκδ.).
2. Το αίτημα αυτό των Ορθοδόξων επιτεύχθηκε με την υιοθέτηση των προτάσεων της Ειδικής Επιτροπής για τη Συμμετοχή των Ορθοδόξων στο ΠΣΕ (βλ. Αναστασία Βασιλειάδου, Η συμμετοχή των Ορθοδόξων στο ΠΣΕ υπό το φως των αποφάσεων της Ειδικής Επιτροπής, Θεσσαλονίκη 2005) (σημ εκδ.).
Με ποιον τρόπο πέτυχε ο σκοπός των ορθοδόξων θεολόγων να θέσουν κριτικά ερωτήματα στους “αδελφούς” θεολόγους όταν ο κ. Κάσπερ ανακοίνωσε πως σύμφωνα με τις τελευταίες μελέτες (του μαθητού του) η τριαδολογία του Αυγουστίνου με την τριαδολογία των Καππαδοκών δεν διαφέρουν σε τίποτα;
ΑπάντησηΔιαγραφήΜάλλον ο κ. Κάσπερ τους έβαλε σε κρίση.
Και ποια είναι η απάντησή τους;